Ελλάδα και Κύπρος-Ο Θεός βοηθός

by | Apr 7, 2012 | Αναλύσεις

BREAKING News

seferisΤου Νίκου Ρολάνδη

Πριν κάποιες δεκαετίες, ο τιμηθείς με βραβείο Νόμπελ Ποίησης Γιώργος Σεφέρης έγραφε:

«Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει…

Παραπετάσματα βουνών, αρχιπέλαγα, γυμνοί γρανίτες…

Ο ποιητής και διπλωμάτης Σεφέρης, προφανώς άγγιζε τους κραδασμούς μιας Ελλάδας που άρχισε να μην έχει σχεδόν τίποτα κοινό με όσα δίδαξε ο κλασσικός ελληνισμός.  Η Αθήνα δεν ήταν πια το «κλεινόν άστυ», όπως το γνώρισαν όσοι εντρύφησαν στα αρχαία συγγράμματα και αυτοί που ταξίδεψαν στη μαγεία του αρχαίου ελληνικού πνεύματος.

Λίγα χρόνια αργότερα, η σημερινή  Ελλάδα, όχι μόνο δεν ανέκτησε τη δόξα του μακρινού παρελθόντος, αλλά ξεπέρασε δυστυχώς κατά πολύ και το πληγωμένο ποιητικό άγγιγμα του Σεφέρη.  Έφτασε στα όρια της ταπείνωσης, κάτι που είναι ασυμβίβαστο με τα κληροδοτήματα του Πλάτωνα, του Περικλή και του Αισχύλου.  Δεν μπορεί, δεν είναι νοητό, να στήνονται έρανοι σε διάφορα σημεία της υφηλίου για τους απογόνους του Σωκράτη και του Ευριπίδη!

Δυστυχώς στην Ελλάδα οι λίγοι κατέστρεψαν τους πολλούς.  Παρακολουθούσα και εγώ από μακρυά για χρόνια, από τη δική μου οπτική γωνία, ως Υπουργός της Κύπρου τον σπάταλο τρόπο λειτουργίας της ελληνικής κυβερνητικής μηχανής.  Πολυάριθμες αντιπροσωπείες σε διασκέψεις που εμείς και άλλες χώρες καλύπταμε με ένα-δυό λειτουργούς.   Άσκοπη συνοδεία από σωματοφύλακες και δεκάδες «συμβούλους».  Και ακόμα απίστευτες ιστορίες για ευρύτερη διασπάθιση δημόσιου χρήματος, για δεκάδες επιδόματα που πληρώνονταν όχι μόνο σε υποτιθέμενους δικαιούχους αλλά και σε χιλιάδες άλλους άσχετους.  Άκουα για πελώρια διαφθορά σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα. Άκουα για φοροδιαφυγή. Άκουα για μια απέραντη κρατική υπηρεσία που δεν είχε ούτε αρχή ούτε τέλος και που κανείς δεν γνώριζε τον αριθμό των λειτουργών της.  Και ξαφνικά ακούσαμε για το χρέος των €350 δισεκατομμυρίων.  Ακούσαμε για τα €350 δισεκατομμύρια που «όλοι μαζί φάγανε» κατά τον Πάγκαλο, ενώ η αλήθεια είναι πως «κάποιοι – όχι όλοι – τα φάγανε».  Και έτσι φθάσαμε στο απίστευτο, στο εξευτελιστικό:  «Ελεημοσύνη για την Ελλάδα».

Πέραν των πιο πάνω δημιουργείται το κρίσιμο ερώτημα:  Τι γίνεται με την προστασία της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της χώρας (και κατά προέκταση του κυπριακού ελληνισμού, αν παραστεί ανάγκη), όταν ο προϋπολογισμός της άμυνας της Ελλάδας έχει δραματικά μειωθεί κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, όπως ανακοινώθηκε;  Σε μια εποχή που η απαραίτητη αμυντική τεχνολογία μετριέται με πακτωλούς χρημάτων, (δισεκατομμύρια δολάρια) πως θα αντιμετωπίσει τις εθνικές της υποχρεώσεις η Ελλάδα με άδεια ταμεία, όταν  ο προϋπολογισμός της παρακολουθείται και ελέγχεται μέχρι και την πιο μικρή λεπτομέρεια από ξένα κέντρα αποφάσεων;

Μπορεί οι πρόσφατες συμφωνίες και τα μνημόνια να ήταν – και ήταν πράγματι – μια αδήριτη ανάγκη για επιβίωση.  Ο απλός πολίτης όμως πλήρωσε, πληρώνει και θα πληρώνει για χρόνια ένα βαρύτατο τίμημα για τις αμαρτίες άλλων, που δεν γνωρίζω αν θα το αντέξει.

Παράλληλα με την Ελλάδα, παρακολουθώ για χρόνια και την πορεία της Κύπρου.  Της πατρίδας μου, η νεώτερη Ιστορία της οποίας αποτελεί παράδειγμα όχι προς μίμηση αλλά προς αποφυγήν.  Στα 30 χρόνια της ανάμιξης μου στα κοινά, έκανα το παν για να ενσταλάξω, στο βαθμό των δυνατοτήτων μου, κάποιες έννοιες ορθολογισμού στις εξελίξεις.  Διαφώνησα και παραιτήθηκα από Υπουργός των Εξωτερικών το 1983.  Υπέδειξα πλειστάκις πως το δίκαιο όπως το αντιλαμβάνεται η κάθε πλευρά δεν συμπίπτει κατ’ ανάγκη πάντα με το αντικειμενικό δίκαιο.  Υπενθύμισα πως, έστω και αν έσφαλε σε μεγάλο βαθμό και η τουρκική πλευρά, η διαγραφή των δικών μας αμαρτιών από το μυαλό μας, απλώς καθιστούσε πιο  δύσκολη, αν όχι αδύνατη, τη λύση του Κυπριακού.  Υπογράμμισα πως, με την πάροδο του χρόνου, τα εδάφη που κατακτήθηκαν το 1974 τελικά θα χαθούν για πάντα.

Σχεδόν κανένας δεν ακούει.  Το εθνικό θέμα μοιάζει πια με παραμύθι, που επαναλαμβάνεται σαν μονότονο νανούρισμα.  Δεν υπάρχει πολιτική σκέψη ή προβληματισμός.  «Χωρίς χρονοδιαγράμματα, χωρίς επιδιαιτησία, χωρίς διεθνή διάσκεψη».  Αυτό είναι το μόνιμο ρεφρέν.  Αυτή είναι η πεμπτουσία της πολιτικής μας φιλοσοφίας.  Ντροπή!

Ξεκινήσαμε το 1955 ένα αγώνα για «ένωση» με την Ελλάδα, που ήταν πραγματικά ηρωικός, αλλά ήταν ταυτόχρονα παντελώς απρογραμμάτιστος.  Η χώρα με την οποίαν επιδιώκαμε την ένωση, η Ελλάδα διαφωνούσε με τον αγώνα αυτό!  Μεσοστρατίς «ανακρούσαμεν πρύμναν» και βρεθήκαμε με άλλο στόχο, την ανεξαρτησία.  Πετύχαμε να «ξυπνήσουμε» το τουρκικό στοιχείο της Κύπρου και μετατρέψαμε την τουρκοκυπριακή μειονότητα περίπου  σε ισότιμη κοινότητα.

Δημιουργήσαμε μιαν κάποιας μορφής ανεξάρτητη χώρα και βροντοφωνάξαμε πως «Νενικήκαμεν».  «Πριν αλέκτορα φωνήσαι» αλλάξαμε γνώμη και προσπαθήσαμε να αλλάξουμε το Σύνταγμα της χώρας (το 1963).  Για δέκα χρόνια δεν ξέραμε τι θέλαμε:  Την ένωση, την ανεξαρτησία, το εφικτό, το ευκταίο, τους αδέσμευτους, τη Μόσχα, την Ουάσιγκτον, τη μετατροπή της Κύπρου σε υπερδύναμη;  Από όλα είχε το καλάθι, εκτός από μυαλό.  Νομίζαμε αλαζονικά πως οι τούρκοι «έβραζαν στο ζουμί τους», όπως λέγαμε.  Στο τέλος ήλθε το ελληνικό πραξικόπημα, το οποίο προετοιμαζόταν κάτω από τη μύτη μας αλλά εμείς δεν πήραμε χαμπάρι.  Και η τραγωδία επισφραγίσθηκε με την τουρκική εισβολή.

Πέρασαν 38 χρόνια από τότε, κατά την διάρκεια των οποίων διακριθήκαμε (όπως και πριν από την εισβολή) για την παντελή έλλειψη πολιτικής κρίσης.  Τα χαμένα εδάφη μας παρέμειναν χαμένα, η ζωή μας στριμώχτηκε στο 63% του εδάφους, οι κίνδυνοι από την Τουρκία κρέμονται συνεχώς πάνω από τα κεφάλια μας, οι στόχοι μας πλανώνται στο ακατόρθωτο, όπως πάντα.  Όποτε εμφανιζόταν μια ευκαιρία για λύση, εμείς αμέσως θέταμε τον πήχη πιο ψηλά.  Τώρα φαίνεται πως είναι πια πολύ αργά…

Τρία θετικά στοιχεία παραμένουν σήμερα στο πολιτικό προσκήνιο:

 

  1. Η κυριαρχία, σεβαστή κατ’ όνομα, η οποία όμως διαβρώνεται συνεχώς και στον ευρωπαϊκό και στον ισλαμικό και στον διεθνή χώρο, με την «υπόσταση» που έχει αποκτήσει, σταδιακά η «Βόρεια Κύπρος».
  2. Η Ευρωπαϊκή μας ιδιότητα, που πετύχαμε με αρχιτέκτονα και εκτελεστή τον Γλαύκο Κληρίδη και ισχυρό συμπαραστάτη την Ελλάδα.
  3. Το φυσικό αέριο/πετρέλαιο που ξεκινήσαμε όταν ήμουν στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού πριν δεκατέσσερα περίπου χρόνια, καθορίζοντας και υπογράφοντας την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου.  Ένα μεγάλο θέμα, για το οποίο έκανα εισηγήσεις για να αποφύγουμε τον τουρκικό κίνδυνο.

Η δεκαετία του 2010 που αρχίσαμε να διανύουμε θα είναι ίσως η πιο δύσκολη και η πιο επικίνδυνη για Ελλάδα και Κύπρο γιατί:

–       Η Ελλάδα έχει ήδη γονατίσει οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά και αμυντικά. Δεν θα είναι εύκολο να βγει από αυτό τον λαβύρινθο σύντομα.  Ούτε θα μπορεί να βοηθήσει την Κύπρο, αν υπάρξει ανάγκη, παρά τις πομπώδεις διακηρύξεις αξιωματούχων της, όταν μας επισκέπτονται.

–       Η Κύπρος, που μαστίζεται και η ίδια από σοβαρή οικονομική κρίση και ανασφάλεια πρέπει να προστατεύσει τα τρία θετικά στοιχεία που μας απέμειναν και που απαριθμώ πιο πάνω.  Δεν είναι εύκολο υπό τις περιστάσεις.

Εισηγήθηκα πριν έξι εβδομάδες μια λύση που θα μπορούσε να αποτελούσε μια καλή διευθέτηση (win-win situation) για όλους (Ελλάδα, Τουρκία, Κύπρο).  Ενδιαφέρθηκαν αρκετοί σημαίνοντες παράγοντες, περιλαμβανομένων ισχυρών ξένων πρεσβειών.  Τους έδωσα πρόσθετα στοιχεία.  Οι δικοί μας πολιτικοί όμως ούτε είδαν ούτε άκουσαν.  Πλέουν μέσα στην απόλυτη ευτυχία των «χρονοδιαγραμμάτων, της επιδιαιτησίας και της διεθνούς διάσκεψης».

Δεν γνωρίζω τι θα έκανε αν ζούσε σήμερα ο Σεφέρης.  Σε ένα ποίημα του έγραψε πως οι φωνές των αηδονιών δεν τον αφήνουν να κοιμηθεί στις Πλάτρες.  Ίσως να κλεινόταν κάπου εκεί, μαζί με την αρμονία των ήχων.  Για να μην βλέπει ούτε να ακούει το σημερινό κατάντημα του ελληνισμού.

 

 

 

 

 

 

Breaking News