Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΠολιτικήΓ. Παπανδρέου: Βαδίζουμε προς το τέλος της ύφεσης

Γ. Παπανδρέου: Βαδίζουμε προς το τέλος της ύφεσης

- Advertisement -

papandreou-30-3-2011Εισήγηση του πρωθυπουργού κ. Γ. παπανδρέου στο Υπουργικό Συμβούλιο

Όπως γνωρίζετε, το Υπουργικό Συμβούλιο της Κυβέρνησής μας συνεδριάζει σχεδόν ανελλιπώς κάθε εβδομάδα, είτε σε επίσημη συνεδρίαση, όπως η σημερινή, είτε σε άτυπη. Και βεβαίως, προσπαθούμε να σταθεροποιήσουμε την ημέρα, για να μπορείτε και εσείς να σχεδιάσετε καλύτερα το πρόγραμμά σας. Είναι βέβαια αυτονόητο, ότι εμείς συνεδριάζουμε τακτικά. Είναι μια φυσιολογική, σταθερή διαδικασία.

- Advertisement -

Είναι περίεργο, όμως, μετά από 18 μήνες, να θεωρείται ότι η κάθε συνεδρίαση που κάνει το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι ένα τεράστιο πολιτικό γεγονός. Ίσως φταίει το γεγονός ότι πολλοί δεν έχουν συνηθίσει ακόμα, αφού η προηγούμενη κυβέρνηση συνεδρίαζε – νομίζω – μία ή δύο φορές το χρόνο και, μάλιστα, για πανηγυρικούς και επικοινωνιακούς λόγους, χωρίς ουσιαστικό ή και κανένα διάλογο.

Και ίσως θεωρούν ότι, αυτό που κάνουμε εμείς δεν είναι το αυτονόητο, ενώ ισχύει γενικώς σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς να θεωρείται και αντικείμενο μεγάλου ειδησεογραφικού ενδιαφέροντος. Εδώ γίνεται είδηση, όταν συναντιέμαι με δύο ή με τρεις Υπουργούς και βαφτίζεται «έκτακτη σύσκεψη» ή «Διυπουργική Επιτροπή», ενώ καταγράφονται και οι επιμέρους απόψεις που διατυπώνει ο κάθε Υπουργός.

Αυτό το φαινόμενο έχει ενδιαφέρον, βέβαια, αλλά είναι και αυτό μέρος των στρεβλώσεων, που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, στο χώρο της πολιτικής και των Μέσων Ενημέρωσης. Στρεβλώσεις, για το ποια είναι η ουσία των πραγμάτων, ποιο είναι το μείζον, τι είναι αυτά που τελικά ενδιαφέρουν τον πολίτη και τι όχι.

- Advertisement -

Στρεβλώσεις, όπως αυτές που συχνά βλέπουμε, όταν η παραπολιτική παίρνει το προβάδισμα από την πολιτική ή ακόμα και το κυνήγι του κουτσομπολιού ή ακόμα και το στήσιμο του κουτσομπολιού, που παίρνει το προβάδισμα από την ουσία. Αυτό, πέρα από την ειδησεογραφική διευκόλυνση, δείχνει και μια βαθύτερη ασθένεια, που είναι γνωστή – είναι η σχέση των Μέσων Ενημέρωσης με την πολιτική, που παραμένει ζητούμενο.

Είναι η ευκολία να ασχολούνται με τα δευτερεύοντα της πολιτικής. Πρώτα απ’ όλα, αυτός είναι ένας τρόπος απαξίωσης και της σοβαρής δουλειάς που γίνεται, αλλά και των σημαντικών ζητημάτων, που χρειάζεται πράγματι να συζητηθούν σε βάθος στην ελληνική κοινωνία. Είναι και μια ευκολία, γενικότερα, υποβάθμισης της πολιτικής ζωής της χώρας και μεταφοράς ευθυνών στην πολιτική και στους πολιτικούς, ενώ όλοι, ιδιαίτερα σήμερα, αυτή την εποχή, έχουμε ο καθένας επιμέρους ευθύνες για τις αλλαγές που πρέπει να κάνει η χώρα.

Είναι μια εύκολη πρακτική, που παράλληλα είναι και επικίνδυνη για τους θεσμούς, καθώς υποβαθμίζει την προσπάθεια της χώρας μας να κατακτήσει ένα συγκροτημένο δημοκρατικό διάλογο, χωρίς ακραίες εκφράσεις, χωρίς έμφαση στη δημιουργία εντυπώσεων, αλλά στην ουσία και στις τεκμηριωμένες απόψεις.

Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτό δεν πρόκειται να μας κάνει να αλλάξουμε τον τρόπο δουλειάς μας και τις προτεραιότητές μας. Εμείς συνεχίζουμε τη δουλειά, συνεχίζουμε να αλλάζουμε το πρότυπο διακυβέρνησης της χώρας και συνεχίζουμε τις συλλογικές λειτουργίες και το διάλογο, που είναι ζωτικός και απαραίτητος, και μεταξύ μας, και με την ίδια την κοινωνία. Αλλά και η παρουσία μας παντού, είναι απαραίτητη και θα είναι συνεχής, εξηγώντας τους γενικούς στόχους και τις ειδικότερες αλλαγές ανά τομέα και Υπουργείο.

Όλοι μας γνωρίζουμε καλά την κατάσταση που κληθήκαμε να διαχειριστούμε. Αναφέρομαι στην αφετηρία κάθε φορά, διότι είναι πάντα επίκαιρη, διότι απ’ αυτήν ξεκινήσαμε και ακόμα αυτήν αντιμετωπίζουμε, αλλάζοντας τη χώρα. Κανείς δεν είχε αυταπάτες για τις δυσκολίες της κατάστασης. Ήταν και είναι η πιο δύσκολη περίοδος των τελευταίων δεκαετιών, η μεγαλύτερη πρόκληση, θα έλεγα, για την Ελλάδα, αλλά και η μεγαλύτερη ευκαιρία να αλλάξουμε τη χώρα.

Ξεκινώντας πριν από ενάμισι χρόνο από μια Ελλάδα στα πρόθυρα της καταστροφής, είμαστε σήμερα εδώ και μιλάμε για την προοπτική και το μέλλον. Για το πώς οι συνέπειες της ύφεσης θα είναι όσο το δυνατόν λιγότερες και πώς θα δώσουμε ώθηση στην ανάπτυξη και θα χτίσουμε ένα καλύτερο κράτος δικαίου και πρόνοιας για τους πολίτες. Και με το μεσοπρόθεσμο σχέδιο για τη χώρα μας, που καταρτίζουμε συστηματικά – αυτό το στόχο έχουμε.

Έχω κάνει ήδη μερικές συναντήσεις και θα κάνω κι άλλες, με όλους τους Υπουργούς, για την κατάρτιση αυτού του μεσοπρόθεσμου σχεδίου, που είναι ένα εθνικό σχέδιο. Και από αυτό το σχέδιο, προκύπτουν οι δημοσιονομικοί στόχοι. Είναι οι στόχοι τους οποίους θέτουμε – αναπτυξιακοί, κοινωνικοί, ευνομίας, δικαιοσύνης, πρόνοιας. Είναι αυτοί οι στόχοι, για τους οποίους εμείς έχουμε κληθεί, με εντολή του Ελληνικού λαού, να κυβερνήσουμε τη χώρα.

Αυτά που κάνουμε, δεν ήταν καθόλου αυτονόητα, πριν από ένα ή ενάμισι χρόνο. Ακόμα και η ύπαρξη σαφούς σχεδίου, χρονοδιαγράμματος και αξιολόγησης της πορείας μας συνεχώς, αποτελούν πρωτόγνωρες για την Ελλάδα πολιτικές διαδικασίες, αλλά και σημαντικές πολιτικές διαδικασίες. Και εδώ όπου είμαστε σήμερα, μπορούμε όχι μόνο να διαπιστώσουμε αυτά τα σημαντικά βήματα, που έχουμε κάνει μέχρι τώρα, αλλά και να σχεδιάσουμε με μεγαλύτερη ασφάλεια τα επόμενα βήματά μας.

Ήδη, βαδίζουμε προς το τέλος της ύφεσης. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τη φετινή χρονιά. Φυσικά, το τέλος της ύφεσης δεν σημαίνει ούτε το τέλος της κρίσης, ούτε των προβλημάτων που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε στη δύσκολη διαδρομή που έχουμε μπροστά μας. Είναι ένα σημαντικό βήμα, όμως, μια σημαντική ανακούφιση, που θα μας επιτρέψει να συνεχίσουμε στα επόμενα βήματα και να δίνουμε συνεχώς νέες μάχες, με καλύτερες προϋποθέσεις.

Και εδώ, θέλω να απαντήσω σε πολλούς που, άλλοι κακόπιστα και άλλοι καλόπιστα, ρωτάνε αναφορικά με την πορεία της Ελλάδας: «βγαίνει ή δεν βγαίνει;». «Θα μας βγει;».

Και απαντώ: πρώτα απ’ όλα, μήπως θα μας έβγαινε, αν συνεχίζαμε όπως η προηγούμενη κυβέρνηση; Αν δεν είχαμε κάνει όσα κάναμε όλοι οι Έλληνες, από τον Οκτώβριο του 2009;

Κατ’ αρχήν, το μόνο σίγουρο είναι ότι, πριν, «δεν έβγαινε» με τίποτα. Ένα το κρατούμενο.

Το δεύτερο είναι ότι, όπως καταφέραμε μέχρι τώρα να διαψεύσουμε όλες τις καταστροφολογικές προβλέψεις, είναι απολύτως στο χέρι μας να ολοκληρώσουμε με επιτυχία και αυτή την προσπάθεια. Με υπομονή και αποφασιστικότητα, θα κάνουμε αυτά που πρέπει να κάνουμε μέχρι το 2013, σύμφωνα με το πρόγραμμα που έχουμε αναλάβει, αλλά και απέναντι στον Ελληνικό λαό, παρά τις δυσκολίες.

Το μόνο που δεν έχουμε ως επιλογή είναι το πισωγύρισμα, γιατί η ευθύνη μας, δίχως άλλο και χωρίς υπερβολή, είναι ιστορική. Όλων μας. Και γι’ αυτό, κοιτάμε μπροστά και μόνο μπροστά, για την Ελλάδα που μπαίνει σε νέες βάσεις. Ακριβώς για να μην ξαναδούμε την Ελλάδα στην κατάσταση που την παραλάβαμε, τότε δηλαδή που πραγματικά «δεν έβγαινε», τότε που δεν πήγαινε άλλο, αλλά και τότε που δεν βλέπαμε πολλούς από τους σημερινούς ανησυχούντες, να ανησυχούν για τα τότε φαινόμενα, που μας οδήγησαν εδώ.

Βρισκόμαστε, λοιπόν – και αυτή είναι η ουσία – σε μια φάση αναδόμησης της πατρίδας μας, ανασυγκρότησης και πλήρους αλλαγής όλων των πρακτικών, νοοτροπιών και αντιλήψεων, ακόμα και θεσμών, δηλαδή όλων των κακώς κειμένων που μας οδήγησαν εδώ. Έχοντας εξασφαλίσει, με τις προσπάθειες ολόκληρου του Ελληνικού λαού, την αξιοπιστία μας και τη σταδιακή μας έξοδο από την κρίση ώστε, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, να είμαστε σε θέση να σταθούμε στα δικά μας πόδια, χωρίς να έχουμε ανάγκη κανέναν.

Έχουμε πλήρη επίγνωση, των καθημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι πολίτες – την ανεργία, την αδυναμία τους, πολλές φορές, να ανταποκριθούν σε οικογενειακές υποχρεώσεις, λόγω της μείωσης του εισοδήματός τους, την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η επιχείρησή τους. Αυτά, όχι μόνο τα καταλαβαίνουμε, αλλά και με ειλικρίνεια τα αντιμετωπίζουμε, λέγοντας την αλήθεια.

Και βέβαια, η πολιτική μας στον κοινωνικό τομέα κινείται με στόχο να αμβλύνει όσο γίνεται τα προβλήματα αυτής της μετάβασης. Όμως, όλα αυτά είναι τα αποτελέσματα μιας χώρας, που για χρόνια κινήθηκε σε εντελώς λάθος κατεύθυνση. Πολλά και εγκληματικά σφάλματα. Και παρά την τεράστια διόγκωση των ελλειμμάτων και του χρέους, ακόμα και με δανεικά, είχαμε φτάσει σε αρνητική ανάπτυξη το 2009.

Τότε δηλαδή, που υποτίθεται ότι ξοδεύαμε «αβέρτα»! Αλλά πού πήγαν τα λεφτά; Δεν έπιαναν τόπο. Και αυτό είναι που αλλάζουμε σήμερα. Καταρχήν, κάνοντας ένα αποτελεσματικό νοικοκύρεμα, για να μπορέσουν να πιάσουν τόπο τα λεφτά. Και όλα αυτά, σιγά – σιγά, βήμα – βήμα, τα αλλάζουμε, χτίζοντας μια Ελλάδα οικονομικά βιώσιμη, διαφορετική, δικαιότερη και καλύτερη για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα.

Μπορούμε να κερδίσουμε το στοίχημα απέναντι σε όσους, εντός και εκτός Ελλάδας, δυσπιστούν. Και θα το κερδίσουμε.

Είναι ένας μαραθώνιος με πολλές ανηφόρες, είμαστε όμως όρθιοι και προχωράμε με αποφασιστικότητα και υπομονή. Εγώ είμαι οπλισμένος και με τα δύο.

Ξέρω ότι είναι μεγάλο στοίχημα για τη χώρα μας, ένα στοίχημα ριζικών αλλαγών. Και ζητώ από όλους σας, από τον καθένα μας, αυτή την επιμονή και την υπομονή, και αυτή την αποφασιστικότητα, την οποία πρέπει να μεταλαμπαδεύσουμε και σε κάθε Έλληνα πολίτη.

Είναι πολλοί αυτοί που δυσπιστούν. Κατ’ αρχήν, είναι οι λεγόμενες «αγορές», όλοι αυτοί οι «οίκοι αξιολόγησης», που πέρασαν από την τυφλή ευφορία, τότε που μοίραζαν απλόχερα τα λεγόμενα τριπλά «Α», όπως λέγονται, στα τοξικά ομόλογα, πριν από μερικά χρόνια, στην τυφλή απαισιοδοξία, στον φόβο και τον πανικό. Δηλαδή, από την ευφορία στη φοβία.

Όπως διαψεύστηκαν μέχρι τώρα σε όλες τις προβλέψεις τους για την Ελλάδα, έτσι θα διαψευστούν και στο μέλλον. Και ξέρουμε ότι αυτές οι προβλέψεις είναι συνδυασμός φόβου και κερδοσκοπίας, όχι μόνο για μας, αλλά και για την Ευρωζώνη. Η στάση των οίκων αξιολόγησης προκαλεί πια μια ευρύτερη αντίδραση, όπως διαπιστώνουμε, σε πολλές χώρες, αλλά και στους διεθνείς Οργανισμούς, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ακόμα και στο ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Εμείς πιέζουμε να προχωρήσει η Ε.Ε. γρήγορα τις ρυθμίσεις για τους οίκους αξιολόγησης, στο πλαίσιο των ευρύτερων αποφάσεων που λαμβάνουμε για την έξοδο από την κρίση και την προστασία του ευρώ.

Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι το Συμβούλιο της 25ης Μαρτίου επιβεβαίωσε πλήρως τις αποφάσεις της 11ης Μαρτίου, που αφορούσαν ειδικά στην Ελλάδα. Και ήταν σημαντικό το γεγονός ότι, εμείς κατακτήσαμε αυτές τις αποφάσεις σε αυτό τον πρώτο γύρο των συζητήσεων και των διαπραγματεύσεων, δεδομένου ότι στις 25 Μαρτίου είχαμε μια Κυβέρνηση της Πορτογαλίας, που είχε παραιτηθεί, μια Ιρλανδία που ακόμα αξιολογούσε και συνεχίζει να αξιολογεί το βάθος του προβλήματος του συστήματος και, βεβαίως, τις εξελίξεις γενικότερα στην ευρύτερη περιοχή. Και επίσης, είχαμε πολλές τοπικές εκλογές σε διάφορες χώρες, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις τελικές αποφάσεις.

Έτσι, επιβεβαιώθηκαν πλήρως, και το θέμα της επιμήκυνσης της αποπληρωμής του δανείου, και η μείωση του επιτοκίου, και η δυνατότητα του Ταμείου Σταθερότητας να αγοράζει ομόλογα, αν και εφόσον χρειαστεί, κατ’ ευθείαν από τη χώρα και, βεβαίως, ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, για τον οποίο δώσαμε μάχη, έδωσα και εγώ μάχη, ώστε να συμπεριληφθεί στις τελικές αποφάσεις. Και τελικά δόθηκε εντολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταρτίσει πρόταση μέχρι το τέλος του καλοκαιρού.

Είναι σημαντικό, διότι ένα από τα ζητήματα που θέτουν και οι οίκοι αξιολόγησης, είναι πώς θα συμμετέχει ο ιδιωτικός τομέας στο μελλοντικό μηχανισμό μετά το 2013, εάν υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα με κάποια χώρα. Και εδώ, θα μπορούσε να αντικατασταθεί ακριβώς αυτή η πρόβλεψη, με ένα ασφάλιστρο, ας το πούμε έτσι, που θα μπορούσε να είναι ένα μέρος από αυτά τα χρήματα που θα πάρουμε, από τον φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.

Βεβαίως, ξέρουμε και το βλέπουμε, ότι ο δρόμος για την έξοδο της Ευρωζώνης από την κρίση χρέους είναι ακόμα μακρύς. Βλέποντας τη συνεχιζόμενη αστάθεια στις αγορές και τη στάση των οίκων αξιολόγησης, στην οποία προαναφέρθηκα. Ωστόσο, έχω κάθε λόγο να θεωρώ ότι είναι καταρχήν επαρκείς οι γενικότερες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να κατευνάσουν τις αγορές.

Όμως, αυτό το μέτωπο δεν έχει τελειωτικά κριθεί. Το βλέπουμε. Και γι’ αυτό, πρέπει να είμαστε και εμείς σε επιφυλακή, με την Ελλάδα που θα είναι – και είναι – ενεργή, με συνεχείς προτάσεις σε αυτό το θέμα. Γιατί νομίζω ότι δικαιώνονται πλέον και οι προτάσεις που έχουμε καταθέσει, αν θέλετε ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές μας προτάσεις, περί ευρωομολόγων και άλλων παρόμοιων εργαλείων.

Γιατί εάν από την αρχή είχαμε αποφασίσει για τα ευρωομόλογα, δεν θα συζητούσαμε τώρα, ούτε για τους οίκους αξιολόγησης, ούτε βεβαίως για τους μελλοντικούς μηχανισμούς και το πώς θα λειτουργήσουν.

Πέρα όμως από τη μάχη, που παραμένει ανοιχτή και στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές επίπεδο, έχουμε και τους εγχώριους δύσπιστους, άλλους καλοπροαίρετους, άλλους κακοπροαίρετους. Έχουμε αυτούς που αναλώνονται κάθε μέρα σε μοιρολόγια. Είναι κι αυτό ένα εύκολο πολιτικό σπορ, δεν είναι τωρινό, το «δεν βγαίνει η προσπάθεια».

Παλαιότερα, βέβαια, θα θυμάστε ότι μας έλεγαν πως «δεν θα καταφέρουμε να κάνουμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες», «δεν θα καταφέρουμε να βάλουμε την Κύπρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση», «δεν θα καταφέρουμε να μπούμε στην ΟΝΕ». Είναι όλοι αυτοί που, κατά βάθος, δεν πιστεύουν ή δεν θέλουν να πιστεύουν στην Ελλάδα και στις συλλογικές μας ικανότητες, που είναι τεράστιες. Και αυτό, πρέπει να το σπάσουμε. Αυτή την απαισιοδοξία και την εύκολη αυτό-υπονόμευση ή αυτό-υποβάθμιση των δυνατοτήτων μας, πρέπει να τη σπάσουμε. Γιατί έχουμε τεράστιες δυνατότητες.

Ξέρω, παραδείγματος χάριν, ότι και οι Υπουργοί, που πήγαν και είδαν χθες και προχθές τους Ευρωβουλευτές, διαπίστωσαν ότι οι Ευρωβουλευτές ήταν πάρα πολύ θετικοί για την ποιότητα των προτάσεών μας, του προγράμματός μας, των στόχων μας, αλλά και του ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει η χώρα μας, και στο επίπεδο της Κυβέρνησης.

Αυτό πρέπει να το εμπεδώσουμε. Έχουμε τεράστιες δυνατότητες. Και αυτούς που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μοιρολογούν, «αν θα πάρουμε τη δεύτερη δόση ή την τρίτη δόση ή την τέταρτη», εμείς τους προσπερνάμε και κάνουμε τη δουλειά μας.

Εμείς δεν κλαίμε τη μοίρα μας, κάνουμε αυτό που πρέπει, αυτό που περνά από το χέρι μας για να τα καταφέρουμε. Και ξέρουμε ότι μπορούμε και θα τα καταφέρουμε.

Συνεχίζουμε τη δουλειά μας, γιατί εμείς δεν είμαστε αιχμάλωτοι του παρελθόντος, δεν είμαστε αιχμάλωτοι στο μοιρολόι της απαισιοδοξίας. Δεν είμαστε καν αιχμάλωτοι ακόμα και από πιθανά λάθη, που μπορεί να γίνονται. Είμαστε εδώ για να τα διορθώσουμε. Σπάμε αυτές τις αντιλήψεις που, πολλές φορές, αποτελούν ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα και από το οικονομικό πρόβλημα της χώρας.

Μαζί με τους πολίτες και για τους πολίτες, κάνουμε αυτές τις αλλαγές που έχει ανάγκη η Ελλάδα για να ανασάνει, ώστε να κάνει το επόμενο βήμα, της επιστροφής στην ανάπτυξη, την κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη και την ευημερία.

Και βέβαια, όσον αφορά τα δημοσιονομικά μας, έχουμε μπει πλέον στον πυρήνα του προβλήματος. Και είναι πολύ σημαντικό, όλοι μας να δώσουμε μεγάλο βάρος, για την καταπολέμηση κάθε περίπτωσης σπατάλης, αλλά και την εξάντληση κάθε δυνατότητας εξυγίανσης σε ολόκληρο το φάσμα του ευρύτερου και του στενότερου δημόσιου τομέα και των φορέων του.

Το λέω αυτό, διότι κάνοντας τις συναντήσεις που κάνουμε αυτές τις μέρες, τις οποίες και θα συνεχίσουμε, για την κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, θεωρώ ότι είναι κατ’ αρχήν θετικό, ότι υπάρχει και μια ποιοτική διαφορά σε σχέση με προηγούμενους μήνες. Όλοι κατανοούν ότι είμαστε ακριβώς στον πυρήνα του προβλήματος, που δεν αποτελεί πια απλώς μια δημοσιονομική διαχείριση, με οριζόντιες  περικοπές. Όλοι κατανοούν ότι πρόκειται για την σε βάθος αναδιοργάνωση του ελληνικού κράτους και των θεσμικών μας λειτουργιών.

Ξέρουμε και είναι συνείδηση στους Υπουργούς μας ότι, παραδείγματος χάριν, ακόμα και να μειώσουμε κατά 1% ή 2% του ΑΕΠ τη σπατάλη στο σύστημα υγείας, το σύστημα υγείας πάσχει και, μάλιστα, ακριβώς επειδή πάσχει, έχουμε και τα ελλείμματα. Παρότι έχουμε τους περισσότερους γιατρούς, διπλάσιους ανά κάτοικο, από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, παραμένουν τα προβλήματα της υπέρ-συνταγογράφησης, των υπερτιμολογήσεων στις προμήθειες, της διαφθοράς, όπως το φακελάκι, και της όχι πάντα απαιτούμενης ποιότητας στις υπηρεσίες προς τον πολίτη.

Παρόμοια προβλήματα υπάρχουν και στο χώρο της παιδείας. Παρότι είμαστε σε αναλογία καθηγητών – φοιτητών ή σπουδαστών, από τους καλύτερους δείκτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ποιότητα της παιδείας μας ιδιαίτερα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και όχι μόνο, είναι χαμηλή, με αποτέλεσμα την καθοδική πορεία του εκπαιδευτικού μας συστήματος στις διεθνείς αξιολογήσεις.

Στη χωροταξία, στο κτηματολόγιο ξέρουμε ότι είναι ένα μεγάλο θέμα και, γενικά, ξέρουμε πόσο σημαντικά είναι τα θέματα της χωροταξίας για την ανάπτυξη. Στα Ασφαλιστικά Ταμεία, ξέρουμε ότι πέραν του σημαντικού έργου που έγινε για την αλλαγή στο ασφαλιστικό, υπάρχουν ακόμα τεράστια προβλήματα, που έχουν σχέση με τη διαφάνεια, με τη συνταγογράφηση, τον έλεγχο, κ.ο.κ.

Στον τομέα της Άμυνας, ξέρουμε ότι χρειαζόμαστε ένα σοβαρό εκσυγχρονισμό, πέρα από τη μείωση των εξοπλιστικών δαπανών. Στον θέμα της ανεργίας, ξέρουμε ότι τα προγράμματα κατάρτισης πήγαιναν ουσιαστικά σε προγράμματα-«μαϊμού» και δεν καταρτίζαμε πραγματικά τους ανέργους. Υπάρχουν μεγάλες αλλαγές να κάνουμε και εκεί. Και αυτές κάνουμε.

Ξέρουμε ότι ξοδεύουμε τεράστια ποσά για την κοινωνική πρόνοια και τη στήριξη των πολιτών μας, αλλά πολλά από αυτά, είτε κάποιοι δεν τα δικαιούνται καν, είτε, και σίγουρα πάντως, δεν έχουν το αποτέλεσμα που θέλουμε, για να χτυπήσουμε τη φτώχεια. Δηλαδή, ενώ δίνουμε τα ίδια ποσά με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η απόδοση αυτών των χρημάτων στην αντιμετώπιση της φτώχειας είναι μηδαμινή.

Στη γεωργία, στον αγροτικό τομέα, ξέρουμε ότι το να μειώσουμε λίγο τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Γεωργίας δεν θα λύσει το πρόβλημα. Γιατί το μεγάλο πρόβλημα είναι πώς θα φτιάξουμε τους Συνεταιρισμούς και πώς θα χτυπήσουμε κατεστημένα και αντιλήψεις, για την αναδιοργάνωση της παραγωγής. Και θα μπορούσα να πάω στο κάθε Υπουργείο και σε κάθε τομέα στη Δημόσια Διοίκηση γενικότερα και να φέρω παραδείγματα με παρόμοια λογική.

Καταπιανόμαστε, λοιπόν, με τον σκληρό πυρήνα του δικού μας προβλήματος. Και είναι το δεύτερο σημείο που θέλω να αναφέρω, ότι οι Υπουργοί μας, όλοι μας έχουμε συνειδητοποιήσει ακριβώς το βάθος αυτού του προβλήματος και ποια είναι η ρίζα του, σε κάθε τομέα. Έχετε δουλέψει σε βάθος πια τα θέματα αυτά, έχετε καθημερινή εμπειρία και έχετε και τις κατευθύνσεις για το πού πρέπει να πάνε οι αλλαγές και πώς αυτές πρέπει να γίνουν.

Παρά τα όσα λέγονται – και ακούω πολλά που λέγονται και διαβάζω πολλά που γράφονται στον Τύπο – εγώ βλέπω τους Υπουργούς έτοιμους για τις μεγάλες τομές, για τις μεγάλες αλλαγές.

Σ’ αυτό τον αγώνα, εγώ είμαι δίπλα στον κάθε Υπουργό, στην κάθε Υπουργό, για να σας στηρίξω πολιτικά σ’ αυτές τις δύσκολες αλλαγές. Βεβαίως, δεν είναι εύκολο εγχείρημα, διότι ξέρουμε όλοι ότι, το στήριγμά μας στην προετοιμασία αυτών των αλλαγών, είναι η Δημόσια Διοίκηση, που αποτελεί όμως και εν μέρει βασικό πρόβλημα. Δεν έχουμε δηλαδή τις απαραίτητες υπηρεσίες, την τεχνοκρατική επεξεργασία, ουσιαστικά, για τις καλύτερες πρακτικές, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα.

Σ’ αυτό το τεράστιο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που κάνουμε για τη χώρα μας, κατανοούμε ότι είμαστε στη φάση όπου η κρίση πονάει τους πολίτες, αλλά ακόμα δεν έχει δει ο κόσμος όλα τα αποτελέσματα, ή έχει δει ελάχιστα σ’ αυτή την πορεία των 18 μηνών.

Σ’ αυτό το τεράστιο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, βεβαίως, υπάρχουν και εκείνοι που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα, δεν θέλουν να μπει τάξη, δεν θέλουν να ανοίξουν τα επαγγέλματα, δεν θέλουν να χωροθετηθούν χώροι για τα σκουπίδια, δεν θέλουν να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το Δημόσιο, δεν θέλουν να τηρηθούν οι νόμοι. Αντίθετα, θέλουν γενικώς ανομία, η οποία όμως τελικά βοηθάει μόνο τους ισχυρότερους, παράγοντες, ένα κατεστημένο που έτσι έχει μάθει.

Ένα κατεστημένο, το οποίο χτυπιέται και χτυπάει. Είναι όλα αυτά τα φαινόμενα, που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της καταστροφής. Η αλήθεια είναι ότι, εμείς είμαστε – και να το καταλάβουμε – αυτό που έχει ζητήσει ο Ελληνικός λαός να είμαστε: αντιεξουσιαστές στην εξουσία. Εμείς είμαστε η δύναμη ανατροπής των κακώς κειμένων και όχι εκείνοι που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα – παρότι χρησιμοποιούν πολλές φορές «επαναστατικές» ή «προοδευτικές» ρητορικές.

Όπλο μας, για να απαντάμε σ’ αυτό τον παραλογισμό, είναι να χρησιμοποιούμε συνεχώς τον ορθό λόγο και να επικοινωνούμε με τον πολίτη, να επικοινωνούμε με τη δουλειά μας. Και πάντα, βέβαια, η αυταπάρνησή μας, στην προσπάθεια δημιουργίας μιας καλύτερης Ελλάδας, γιατί είμαστε το Κίνημα της προσφοράς, για τις ανάγκες που έχει ο πολίτης. Αναλάβαμε αυτό το δύσκολο έργο και θα το φέρουμε σε πέρας.

Θέλω να πω και κάτι άλλο, επειδή υπάρχει και μια μεγάλη, ιδεολογική συζήτηση, όχι μόνο εντός Ελλάδας, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γύρω από τα διάφορα αυτά θέματα.

Πιστεύω ότι υπάρχει ένας μύθος, στον οποίο εμείς πρέπει να δώσουμε μια άλλη απάντηση: κράτος ή αγορά; Το δίλημμα είναι καλό κράτος απέναντι στην κακή αγορά; Ή το κακό κράτος απέναντι στην καλή αγορά; Ιδεολογικά, νομίζω ότι εμείς έχουμε απαντήσει διαφορετικά. Εμείς θέλουμε και το καλό κράτος, και την καλή αγορά, προς όφελος του πολίτη. Διότι πάντως εδώ, στην Ελλάδα, υπήρχε ένα κακό κράτος και μια κακή αγορά, προς όφελος κάποιων συμφερόντων.

Για μας, δεν υπάρχει δίλημμα. Εμείς θέλουμε το καλό κράτος, αλλά δεν είναι εξ ορισμού καλό το κράτος. Και μάλιστα, βλέποντας κανείς και την πορεία της χώρας μας, με δικτατορίες, αυταρχικά καθεστώτα και πελατειακές σχέσεις, γιατί εμείς να ακολουθήσουμε αυτό τον ιδεολογικό δογματισμό;

Ένα καλό κράτος, για μας, είναι ένα κράτος αναπτυξιακό, που υπηρετεί τον πολίτη, ένα κράτος με διαφάνεια, με ευνομία. Αλλά χρειαζόμαστε επίσης και μια αγορά, που οργανώνεται σωστά για τον πολίτη και τις ανάγκες της οικονομίας μας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, συζητάμε και την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, τις πιθανές μετοχοποιήσεις και τις πιθανές αποκρατικοποιήσεις, πώς δηλαδή θα υπηρετηθεί καλύτερα και ο πολίτης και η οικονομία.

Το λέω αυτό, γιατί είχαμε μια πολύ μεγάλη συζήτηση και χθες, με την Σοσιαλιστική και Δημοκρατική Ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου. Η παρουσία τους εδώ αυτές τις μέρες δεν είναι τυχαία. Είναι ένα σαφές μήνυμα και μια απόφαση αλληλεγγύης, έμπρακτης αλληλεγγύης των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, προς τη χώρα μας. Σκεφτείτε ότι τον μήνα Μάρτιο, είχαμε τρεις συναντήσεις, μία συνάντηση των ηγετών των Ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων, μία συνάντηση του Προεδρείου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και, τώρα, τη συνάντηση των Ευρωβουλευτών Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.

Πρεσβεύουν και πρεσβεύουμε διαφορετικές αξίες από τις συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης. Κάποιοι από εσάς έχετε μιλήσει μαζί τους. Θέλω να μεταφέρω, πρώτα απ’ όλα, τα γνήσια αισθήματα – και μάλιστα, συγκινητικά, θα έλεγα – αλληλεγγύης προς τη χώρα μας και προς τους Έλληνες πολίτες για τις δοκιμασίες που βιώνουν. Δοκιμασίες που, γνωρίζουν και οι ίδιοι πολύ καλά ότι, οφείλονται σε ολέθριες πολιτικές – και το εκφράζουν βέβαια και δημόσια αυτό – που εφάρμοσε στη χώρα μας η συντηρητική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τα προηγούμενα χρόνια.

Διαπιστώσατε, επίσης, τη γνήσια αγωνία που υπάρχει σε όλους τους σοσιαλιστές της Ευρώπης, για το πού βαδίζει η Ευρώπη. Ότι τελικά, παρά τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας – και υπάρχουν ιδιαιτερότητες, άλλο ήταν το πρόβλημα το δικό μας, άλλο το πρόβλημα της Ιρλανδίας, διαφορετικής διάστασης είναι το πρόβλημα της Πορτογαλίας και, σίγουρα, η δική μας περίπτωση έχει πολλές ιδιαιτερότητες, τις έχουμε συζητήσει – αυτά που μας ενώνουν, είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν.

Και βέβαια, μια Ευρώπη με σοσιαλιστική και προοδευτική πλειοψηφία, θα ήταν μια πολύ διαφορετική Ευρώπη. Μην ξεχνάμε ότι δίνουμε δύσκολες μάχες ενώ είμαστε μόλις πέντε σοσιαλιστικές Κυβερνήσεις στις 27. Και από αυτές τις πέντε, μάλιστα, δύο είναι συμμαχικές Κυβερνήσεις και μία μειοψηφική, η οποία τώρα πάει για εκλογές. Παρ’ όλα αυτά, εμείς δίνουμε μάχες τις οποίες θα κερδίσουμε.

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ