Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΑπόψειςΟι μεσανατολικές αντιφάσεις και η Ελλάδα

Οι μεσανατολικές αντιφάσεις και η Ελλάδα

- Advertisement -
greeceΤου Σωτήρη Ρούσσου* -ΕΘΝΟΣ

Στο τέλος ενός καυτού Ιουλίου η “αραβική άνοιξη” δίνει την εντύπωση ότι έχει απολέσει τον αρχικό δυναμισμό της.Στο τέλος ενός καυτού Ιουλίου η “αραβική άνοιξη” δίνει την εντύπωση ότι έχει απολέσει τον αρχικό δυναμισμό της. Η διαπίστωση αυτή έρχεται να συνδεθεί με παλαιότερες αναλύσεις μας στο ΚΕΜΜΙΣ, οι οποίες είχαν επισημάνει ότι η διαδικασία μετάβασης σε μια φιλελεύθερη αλλά όχι πλήρως δημοκρατική κοινωνία θα είναι μακρά, με οπισθοδρομήσεις και αντιφάσεις.


Η πρώτη αντίφαση συνίσταται στον ρόλο του στρατού. Στην Αίγυπτο και την Τυνησία είναι βέβαιο ότι ο στρατός δεν επιθυμούσε τη διατήρηση της δυναστείας Μουμπάρακ και Μπεν Αλι αλλά ήθελε να εξασφαλίσει τον κομβικό του ρόλο στην πορεία της χώρας ως εγγυητή όχι μόνο των πολιτικών πραγμάτων αλλά και της οικονομικής ζωής. Από την άλλη πλευρά, η στρατιωτική ελίτ δεν επιθυμεί την ενεργό συμμετοχή της στην καθημερινή διακυβέρνηση. Για να συμβεί αυτό πρέπει να αναζητήσει συμμάχους στις πολιτικές δυνάμεις. Από αυτές μόνο οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αποτελούν ισχυρή δύναμη με πολιτικό λόγο και στρατηγική. Οι νεολαιίστικες πρωτοβουλίες της πλατείας Ταχρίρ δεν θεωρούνται ισχυρός πολιτικός πόλος. Κατά συνέπεια, ο στρατός είναι αναγκασμένος να διατηρεί μια “λυκοσυμμαχία” με τους Αδελφούς αναβάλλοντας τις εκλογές μήπως συγκροτηθεί κάποια νέα πολιτική δύναμη ως αντίβαρο.

Η δεύτερη αντίφαση βρίσκεται στην οικονομία. Η αποδόμηση των σωμάτων ασφαλείας και του πατερναλιστικού κράτους θα αφήσει χωρίς εισόδημα εκατομμύρια Αιγυπτίους και Τυνήσιους οξύνοντας τις κοινωνικές ανισότητες και δημιουργώντας συνθήκες για νέες εξεγέρσεις. Η άμεση οικονομική συνδρομή από τη Σαουδική Αραβία προς την Αίγυπτο και η υπόσχεση των G20 για ένα Σχέδιο Μάρσαλ στις υπό μετάβαση χώρες δείχνουν πόσο πραγματικοί είναι αυτοί οι φόβοι.

Η τρίτη αντίφαση αφορά χώρες όπως η Συρία και η Υεμένη, όπου οι πολιτικοκοινωνικές ελίτ είναι άμεσα και άρρηκτα συνδεδεμένες με μια εθνοθρησκευτική ομάδα ή συμμαχία φυλών. Ακόμη και αν ένα μέρος της ελίτ επιθυμεί κάποιον βαθμό μεταρρύθμισης του καθεστώτος, αυτό το αμάλγαμα πατερναλιστικού κράτους και εθνοθρησκευτικής διαίρεσης όχι μόνο αποτελεί τροχοπέδη για οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία αλλά οδήγησε σε βάρβαρη αιματοχυσία.

Η τέταρτη αντίφαση δημιουργείται από τη στάση των περιφερειακών και παγκόσμιων δυνάμεων. Αυτές δίνουν αντιφατικά σήματα με την πολιτική τους απέναντι στη Λιβύη και τη Συρία. Η κεντρική γεωπολιτική θέση της τελευταίας και η ανησυχία του Ισραήλ για τη μετα-Ασαντ κατάσταση αποθαρρύνουν οποιαδήποτε διάθεση για διεθνή παρέμβαση κατά του συριακού καθεστώτος. Η δεινή οικονομική θέση των ΗΠΑ και της ΕΕ δημιουργεί εσωστρέφεια αφήνοντας χώρο δράσης σε παίκτες όπως η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν.

Απέναντι σε όλα αυτά, η Ελλάδα με τη σιδερένια μπάλα του χρέους και της ύφεσης στο πόδι, ακολουθεί για άλλη μία φορά μονοδιάστατη πολιτική εναγκαλιζόμενη την πιο συντηρητική και αδιάλλακτη ισραηλινή κυβέρνηση μετά το 1993. Αν αυτή η επιλογή φέρει σημαντικές επενδύσεις, πραγματική μεταφορά τεχνολογίας και επιρροή στα διεθνή οικονομικά κέντρα της Ουάσινγκτον και της Νέας Υόρκης, τότε το όφελος ίσως καλύπτει το κόστος. Αν όχι, τότε χωρίς περιφερειακά ερείσματα η ελληνική πολιτική θα έχει κάνει ένα άλμα στο κενό.


*Αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελο­ποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσο­γειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ