Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΘρησκείεςΟι δογματικές διαφορές των Προτεσταντών και η ένταξή τους στη Μια Αγία...

Οι δογματικές διαφορές των Προτεσταντών και η ένταξή τους στη Μια Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία

- Advertisement -

Οἱ  Προτεστάντες  χριστιανοί («Οὗτοι  δέ  τί;», πρβλ.  Ἰω. 21,21)

Γράφει ο Παν.  Ἰ.  Μπούμης

Ὁμότ. Καθηγητής  Παν/μίου  Ἀθηνῶν


     Γράφοντας  σέ  προηγούμενο  ἄρθρο  γιά  τό  θέμα, ἐάν  οἱ  Ρωμαιοκαθολικοί  ἀποτελοῦν  Ἐκκλησία, καί  κάνοντας  λόγο  γιά  τόν  ὁρισμό  καί  τά  ὅρια  τῆς  Ἐκκλησίας  γενικῶς, ἀναφέραμε  καί  τήν  περικοπή-περιστατικό  τῶν  Πράξεων  τῶν  Ἀποστόλων  (κεφ. 8).

- Advertisement -

     Εἰδικῶς  στά  χωρία  14-17  ἀναφέρονται  τά  ἑξῆς:  Ἀκούσαντες  δέ  οἱ  ἐν  Ἱεροσολύμοις  ἀπόστολοι  ὅτι  δέδεκται  ἡ  Σαμάρεια  τόν  λόγον  τοῦ  Θεοῦ, ἀπέστειλαν  πρός  αὐτούς  τόν  Πέτρον  καί  Ἰωάννην·  οἵτινες  καταβάντες  προσηύξαντο  περί  αὐτῶν  ὅπως  λάβωσι  Πνεῦμα  Ἅγιον·  οὔπω  γάρ  ἦν  ἐπ’  οὐδενί  αὐτῶν  ἐπιπεπτωκός, μόνον  δέ  βεβαπτισμένοι  ὑπῆρχον  εἰς  τό  ὄνομα  τοῦ  Κυρίου  Ἰησοῦ. Τότε  ἐπετίθουν  τάς  χεῖρας  ἐπ’  αὐτούς, καί  ἐλάμβανον  Πνεῦμα  Ἅγιον.

     Ἔχουμε, λοιπόν, τή  γνώμη  ὅτι  ἡ  περιγραφή  αὐτή  τέθηκε  στήν  Ἁγία  Γραφή, ὄχι  ἀσκόπως  καί  τυχαίως. Τίποτε  στήν  Ἁγία  Γραφή  δέν  εἶναι  περιττό. Νομίζουμε  δηλαδή  ὅτι  τό  περιστατικό  αὐτό  ἀποτελεῖ  ἕνα  πρότυπο  γιά  τήν  ἀντιμετώπιση, ἐκτός  ἄλλων  περιπτώσεων, καί  τοῦ  θέματος  τῶν  Προτεσταντῶν. Πρός  τοῦτο  ἴσως  πρέπει  νά  λάβουμε  ὑπ’  ὄψη  ὁρισμένα  σημεῖα  ἤ  στοιχεῖα  τοῦ  κειμένου  καί  νά  γίνουμε  πιό  συγκεκριμένοι.

     Προτοῦ  ὅμως  ἀναφερθοῦμε  στά  διαφωτιστικά  αὐτά  σημεῖα, θά  παραθέσουμε  δύο  περιστατικά  πού  ἀναγνώσαμε  στό  περιοδικό  «Πάντα  τά  Ἔθνη»  (τεῦχος  134, Ἀπριλίου-Ἰουνίου  2015).

     Τό  ἕνα  μᾶς  πληροφορεῖ  ὅτι  στή  Ρουάντα  τῆς  Ἀφρικῆς  σέ  μιά  περίπτωση  βαπτίστηκαν  Ὀρθόδοξοι  χριστιανοί  ἰθαγενεῖς, τό  σύνολο  σχεδόν  τῶν  ὁποίων  «ἀποτελοῦσαν  μέχρι  πρίν  λίγο  καιρό  ὀργανωμένες  κοινότητες  διάφορων  προτεσταντικῶν  ὁμολογιῶν»  (σελ. 8).

- Advertisement -

Τό  ἄλλο  μᾶς  περιγράφει  τό  ἑξῆς:  Ἕνας  νεαρός  μέ  «σοβαρά  πνευματικά  καί  σωματικά  προβλήματα . . . προσπάθησε  νά  βρεῖ  θεραπεία  σέ  φημισμένους  ψυχοθεραπευτές. Στή  συνέχεια  πλησίασε  ἕνα  φημισμένο  προτεστάντη  Πάστορα. Ἐκεῖνος  τοῦ  ἔκανε  κάποιους  ἐξορκισμούς. Ἡ  κατάσταση  δέν  βελτιωνόταν. Καί  τότε  ὁ  Πάστορας  τοῦ  εἶπε:  “Ἐγώ  αὐτό  μπορῶ  νά  σοῦ  κάνω. Ἄν  θέλεις  κάτι  περισσότερο  πήγαινε  στούς  Ὀρθοδόξους”»  (σελ. 2).

Αὐτά  μᾶς  δίνουν  ἀφορμή  καί  ἕνα  περίγραμμα  γιά  τίς  θέσεις  καί  τήν  ἀντιμετώπιση  τῶν  Προτεσταντῶν  πού  προσέρχονται  στήν  Ὀρθοδοξία. Πλήν  ὅμως  πρέπει  τό  θέμα  νά  ἀντιμετωπιστεῖ  προσεχῶς  πιό  ἐπίσημα.

     Καί  ἐρχόμαστε  στά  στοιχεῖα  πού  μᾶς  προσφέρει  ἡ  ἐν  λόγῳ  περικοπή  τῶν  Πράξεων  τῶν  Ἀποστόλων:

     α)  Τό  πρῶτο  σημεῖο  πού  πρέπει  νά  ἀξιολογήσουμε  καί  νά  ἀξιοποιήσουμε  εἶναι  τό  γεγονός  ὅτι  οἱ  Σαμαρεῖτες  ἐκεῖνοι  δέχθηκαν  τό  λόγο  τοῦ  Θεοῦ  καί  βαπτίσθηκαν  στό  ὄνομα  τοῦ  Ἰησοῦ  Χριστοῦ. Καί  τίθεται  τό  ἐρώτημα:  Μήπως  κάτι  τέτοιο  συμβαίνει  καί  μέ  τούς  Προτεστάντες, μέ  ὅλους, ἤ  καί  μέ  ὁρισμένους  ἀπό  αὐτούς;  Ἴσως  μέ  τούς  πολλούς  ἀπό  αὐτούς  πού  ἔχουν  τίς  πιό  ἐκκλησιαστικές  γραμμές, νά  ἰσχύει. Ἐδῶ  βεβαίως  προκύπτει  καί  τό  θέμα  τοῦ  ἐάν  πρέπει  νά  εἶναι  βαπτισμένοι  στό  ὄνομα  τῆς  Ἁγίας  Τριάδος  ἤ  ἀρκεῖ  νά  εἶναι  βαπτισμένοι  μόνο  στό  ὄνομα  τοῦ  Ἰησοῦ  Χριστοῦ;  Καί  ἐν  πάσῃ  περιπτώσει, μήπως  ὅσοι  Προτεστάντες  εἶναι  βαπτισμένοι  στό  ὄνομα  τῆς  Ἁγίας  Τριάδος  εἶναι  σέ  καλύτερη  θέση  ἀπό  τούς  Σαμαρεῖτες  πού  ἦταν  βαπτισμένοι  στό  ὄνομα  τοῦ  Ἰησοῦ  Χριστοῦ;  Καί  μήπως  σέ  περίπτωση  ἀθρόας  προσελεύσεως  καί  πλήρους  ἐντάξεως  στήν  Ἐκκλησία  μπορεῖ  νά  ἐφαρμοστεῖ  ὁ  θεσμός  τῆς  οἰκονομίας  μέ  μεγαλύτερη  εὐχέρεια  καί  σέ  μεγαλύτερη  ἔκταση;  Ἀλλά  ἄς  διαφωτιστοῦμε  καί  ἀπό  τά  ὑπόλοιπα  στοιχεῖα  τῆς  περικοπῆς.

     β)  Ἕνα  ἄλλο  στοιχεῖο  εἶναι  ὅτι  «οἱ  ἐν  Ἱεροσολύμοις  ἀπόστολοι . . . ἀπέστειλαν  πρός  αὐτούς  (τούς  Σαμαρεῖτες)  τόν  Πέτρον  καί  Ἰωάννην». Ἐπί  τοῦ  σημείου  αὐτοῦ  ὁ  καθηγητής  Παν.  Τρεμπέλας  παραθέτει  τήν  παρατήρηση  τοῦ  J. A.  Bengel, ὁ  ὁποῖος  λέει:  «Ὁ  ἀποστελλόμενος  πέμπεται  εἴτε  ὑπό  ἀνωτέρου  εἴτε  ὑπό  ἴσου. Τό  κῦρος  τοῦ  ἀποστολικοῦ  σώματος  ἦτο  μεγαλύτερον  τοῦ  ἀτομικοῦ  κύρους  τοῦ  Πέτρου  καί  τοῦ  Ἰωάννου»[1]. Καί  προσθέτει:  «Ἐν  ταῖς  ἡμέραις  ἡμῶν  ὁ  πάπας  τῆς  Ρώμης  δέν  θά  ἐλέγετο  ὅτι  ἀπεστάλη  ὑπό  τινος». Ὅτι  δέν  θά  «ἐλέγετο»  ἐπί  τῶν  ἡμερῶν  τοῦ  Bengel  (προηγούμενη  χιλιετία)  ἴσως  ἔχει  δίκαιο. Ὡστόσο  σήμερα  (τρίτη  χιλιετία)  θά  προβλημάτιζε, ἤ  μᾶλλον  θά  χρησίμευε  γιά  τή  λύση  τοῦ  προβλήματος  «παπικό  πρωτεῖο  καί  συνοδικός  θεσμός». Δέν  ὑπάρχει  ἐκκλησιαστικό  πρόβλημα  ἄλυτο  γιά  τήν  Ἁγία  Γραφή. Ἀρκεῖ  νά  καταφεύγουμε  σ’  αὐτήν.

     γ)  Ἕνα  τρίτο  σημεῖο  εἶναι  τό  γεγονός  ὅτι  οἱ  «ἐν  Ἱεροσολύμοις  ἀπόστολοι»  (ἀποφάσισαν  καί)  ἔστειλαν  στή  Σαμάρεια  τούς  δύο  ἀποστόλους, τόν  Πέτρο  καί  τόν  Ἰωάννη. Καί  τίθεται  τό  ἐρώτημα:  Γιατί  αὐτούς  τούς  δύο  καί  ὄχι  ἄλλους;  Ἦταν  πιό  ἐνδεδειγμένοι, ἦταν  πιό  ἁρμόδιοι, ἤ  ἐκπροσωποῦσαν  ὅλους  τούς  Ἀποστόλους;  Μήπως  οἱ  ἀπόστολοι  ἦταν  ἐπηρεασμένοι  ἀπό  ἐκεῖνα  πού  εἶχε  πεῖ  ὁ  Κύριος  περί  τοῦ  Πέτρου  καί  τοῦ  Ἰωάννου  καί  περιλαμβάνονται  στό  21ο  κεφάλαιο  τοῦ  κατά  Ἰωάννην  Εὐαγγελίου;

     Πάντως  αὐτό  τό  γεγονός  μᾶς  δίνει  ἀφορμή  νά  ποῦμε  ὅτι  ὁ  Πέτρος  καί  ὁ  Ἰωάννης  τότε  καί  ἡ  Πέτρειος  (Δυτική)  καί  ἡ  Ἰωάννειος  (Ἀνατολική)  Ἐκκλησία  σήμερα  ὀφείλουν  νά  συνεννοηθοῦν  καί  νά  συνεργαστοῦν  γιά  τήν  (πλήρη)  ἔνταξη  τῶν  Προτεσταντῶν  στό  Σῶμα  τῆς  Ἐκκλησίας. Ἀσφαλῶς  ἀπαραίτητη  εἶναι  καί  ἡ  συνεννόηση  καί  συνεργασία  καί  μέ  τούς  ἴδιους  τούς  Προτεστάντες. Μήπως  μέ  τή  συμμετοχή  καί  τή  συνεργασία  τῶν  δύο  Ἐκκλησιῶν  ἐπιτυγχάνεται  ἡ  μέν  ἄφεση-ἄρση  ἀναθεμάτων  ἀπό  τή  Ρωμαιοκαθολική  Ἐκκλησία, ἀπό  ὅπου  ἀπομακρύνθηκαν, ἡ  δέ  πλήρωση  τοῦ  μυστηρίου  τοῦ  βαπτίσματος  ἀπό  τήν  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία;  Αὐτά  καί  βάσει  τῆς  οἰκονομίας, ὅπως  προσημειώθηκε.

     δ)  Ἕνα  τέταρτο  στοιχεῖο  εἶναι  ἡ  χρησιμοποίηση  τοῦ  ρήματος  «κατέβησαν», χωρίς  νά  προσδιορίζεται  ἄμεσα  πού  κατέβηκαν. Καί  ναί  μέν  ἀπό  τήν  προηγούμενη  πρόταση  ἐννοεῖται  ἡ  πόλη  τῆς  Σαμάρειας, ἀλλά  δέν  μποροῦμε  νά  ποῦμε  ὅτι  ἡ  ἐδῶ  ἀπουσία  τόπου  δέν  ἔχει  κάποιο  λόγο. Ὅπως  ἐπίσης  δέν  μποροῦμε  νά  ποῦμε  ὅτι  δέν  ἔχει  κάποιο  λόγο  καί  ἡ  παρουσία  καί  ἡ  χρησιμοποίηση  τοῦ  πολυσήμαντου  ρήματος  «κατέβησαν».

     Ἴσως  θέλει  νά  μᾶς  ὠθήσει  νά  δοῦμε  μέ  προσοχή  τό  ρῆμα  καί  τήν  ἐδῶ  ἔννοια, ἤ  τήν  ἔννοια  πού  μποροῦμε  νά  δώσουμε  σέ  μία  μελλοντική  του  χρησιμοποίηση, ὅπως  εἶναι  ἡ  προκείμενη  περί  τῶν  Προτεσταντῶν. Ἐμᾶς  τουλάχιστον  μᾶς  θυμίζει  τήν  οἰκονομία, τό  θεσμό  τῆς  οἰκονομίας, κατά  τόν  ὁποῖο  ἡ  Ἐκκλησία  συγκαταβαίνει  στήν  ἀνθρώπινη  ἄγνοια  ἤ  ἀδυναμία  τοῦ  ἀνθρώπου  καί  τόν  ἀντιμετωπίζει  μέ  ἀγάπη  καί  συμπάθεια  καί  κατανόηση. Μία  τέτοια  ἀντιμετώπιση  πρέπει  νά  ἔχουν  καί  ὅσοι  Προτεστάντες  βεβαίως  θέλουν  κατά  πρῶτο  καί  κύριο  λόγο  ἀπό τή  Ρωμαιοκαθολική  Ἐκκλησία, ἀπό  τήν  ὁποία  ἀπομακρύνθηκαν, καί  ἀσφαλῶς  καί  ἀπό  τήν  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία, στήν  ὁποία  τό  κατ’  οἰκονομία  ἀποτελεῖ  ἐπίσημο  ἐκκλησιαστικό  μέτρο.

     ε)  Τό  πέμπτο  καί  κεντρικό, ὅπως  καί  κρίσιμο, στοιχεῖο  εἶναι  ἡ  ἐπίθεση  τῶν  χειρῶν  τῶν  Ἀποστόλων  στούς  Σαμαρεῖτες, γιά  νά  λάβουν  Ἅγιον  Πνεῦμα, τά  χαρίσματα  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, τ.ἔ.  τό  Χρίσμα. Γιά  νά  γίνει  αὐτό, σημαίνει  ὅτι  οἱ  δύο  ἀπόστολοι  εἶχαν  τήν  ἐξουσία  καί  τή  δυνατότητα  νά  μεταδίδουν  αὐτήν  τή  χάρη  δυνάμει  τῆς  ἀποστολικῆς-ἱερατικῆς  τους  ἰδιότητας.

     Ὁ  Ἰωάννης  ὁ  Χρυσόστομος  θέτει  τό  πρόβλημα:  «Καί  διά  τί  οὐκ  ἦσαν  οὗτοι  (οἱ  Σαμαρεῖτες)  λαβόντες  Πνεῦμα  Ἅγιον  βαπτισθέντες: . . . ». Καί  προσθέτει  ἐπεξηγῶντας:  «Ὅθεν  μοι  δοκεῖ  οὗτος  ὁ  Φίλιππος  (πού  τούς  βάπτισε)  τῶν  ἑπτά  (διακόνων)  εἶναι . . . Διό  καί  βαπτίζων, Πνεῦμα  τοῖς  βαπτιζομένοις  οὐκ  ἐδίδου·  οὐδέ  γάρ  εἶχεν  ἐξουσίαν·  τοῦτο  γάρ  τό  δῶρον  μόνον  τῶν  δώδεκα  ἦν». Καί  ὁ  Ἰσίδωρος  ὁ  Πηλουσιώτης  ὡσαύτως  σημειώνει:  «Βαπτίζει  μόνον  ὡς  μαθητής  (ὁ  Φίλιππος)·  τελειοῦσι  δέ  τήν  χάριν  οἱ  ἀπόστολοι, οἷς  ἡ  τῆς  τοιαύτης  δόσεως  αὐθεντία  ἐδέδοτο»[2].

     Ἑπομένως  μήπως  καί  ἐδῶ  μποροῦμε  νά  δεχθοῦμε, ἔστω  κατ’  οἰκονομία, τό  βάπτισμα  τῶν  Προτεσταντῶν  ὡς  γενόμενο  ὑπό  διακόνων  ἤ  λαϊκῶν-μαθητῶν  τοῦ  Χριστοῦ;  Φυσικά  ἡ  Ἐκκλησία  θά  ἀποφασίσει.

     στ)  Ἕνα  ἄλλο  δεδομένο  τῆς  περικοπῆς  εἶναι  καί  ἡ  χρησιμοποίηση  τῶν  παρατατικῶν  «ἐπετίθουν  τάς  χεῖρας»  καί  «ἐλάμβανον  Πνεῦμα  Ἅγιον», ἀντί  τοῦ  ἀορίστου  «ἐπέθεσαν»  καί  «ἔλαβον». Ὁ  καθηγητής  Παν.  Τρεμπέλας  γράφει:  «Ὁ  παρατατικός  ἐπετίθουν  σημαίνει  τήν  ἐπανάληψιν  τῆς  πράξεως»[3]. Προφανῶς  ἡ  ἐπανάληψη  δέν  γινόταν  στό  ἴδιο  βαπτισμένο  πρόσωπο, ἀλλά  σέ  ἄλλο. Ἔτσι  αὐτό  μᾶς  δίνει  τό  δικαίωμα  νά  ποῦμε  ὅτι  ἡ  ἐπίθεση  τῆς  χειρός  τῶν  Ἀποστόλων  δέν  ἔγινε  σέ  μία  μαζική  ὁμαδική  ἐνέργεια, ἀλλά  γινόταν  σέ  μία  προσωπική, ἰδιαίτερη  πράξη. Καί  αὐτό  ἦταν  εὔκολο  τότε, γιατί  οἱ  χριστιανοί  ἦταν  λίγοι  καί  ἐπαρκοῦσαν  οἱ  ἀπόστολοι. Ἀλλά  τί  θά  ἔκαναν  σήμερα  σέ  μία  ὁμαδική  ἔνταξη  στήν  Ἐκκλησία, π.χ.  χριστιανῶν  βαπτισμένων, ἀλλά  μή  κεχρισμένων;

     ζ)  Σ’  αὐτό  τό  σημεῖο, παίρνοντας  ἀφορμή  ἀπό  τό  διάλογο  (Πράξ. 8,18-20)  μεταξύ  τοῦ  Σίμωνος  μάγου  καί  τῶν  δύο  ἀποστόλων  (καί  ἰδίως  τοῦ  Πέτρου), μποροῦμε  νά  ποῦμε  ὅτι  οἱ  ἀπόστολοι  ἐκτός  ἀπό  τήν  ἐξουσία  νά  χρίουν, νά  παρέχουν  κατά  τό  χρίσμα  τά  χαρίσματα  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος, εἶχαν  καί  τήν  ἐξουσία  νά  μεταδίδουν  τήν  ἱκανότητα-ἐξουσία  αὐτή  καί  σέ  ἄλλους. Τουτέστι:  Εἶχαν  τή  δυνατότητα-ἱκανότητα  νά  χειροτονοῦν  διαδόχους  τους. Τήν  ἱκανότητα  δηλαδή  νά  χρίουν  εἶχαν  τήν  ἐξουσία  νά  τήν  μεταδίδουν  διά  τῆς  χειροτονίας  στούς  διαδόχους  τους. Ἔτσι  ἔχουμε  τήν  ἀποστολική  διαδοχή. Οἱ  διάδοχοί  τους  καθίσταντο  ἐπίσκοποι·  καί  αὐτοί  οἱ  ἐπίσκοποι  χειροθετοῦσαν  τούς  βαπτιζομένους, γιά  νά  λάβουν  τά  χαρίσματα  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος. Βεβαίως  αὐτό  γινόταν  ὅσο  καιρό  ἦταν  ἐφικτό, ἕνεκα  τοῦ  μικροῦ  ἀριθμοῦ  τῶν  χριστιανῶν  πού  βαπτίζονταν.

     Ὕστερα  ὅμως  κατέστη  ἀναγκαῖο  νά  μποροῦν  τά  χαρίσματα  νά  παρέχονται  μέ  ἕνα  διαφορετικό  ἁπτό  τρόπο  σέ  μεγάλο  ἀριθμό  βαπτιζομένων. Ὁπότε  θεσμοθετήθηκε  τό  μυστήριο  τοῦ  χρίσματος, ὅπως  τό  γνωρίζουμε  καί  τελεῖται  σήμερα  καί  μέ  τούς  ἀντιπροσώπους  τῶν  Ἐπισκόπων, τούς  πρεσβυτέρους.

     η)  Κάτι  τέτοιο  νομίζουμε  ὅτι  μπορεῖ  μέ  τήν  προσέλευση  καί  ἔνταξη  τῶν  Προτεσταντῶν  στή  Μία  Ἁγία  Καθολική  καί  Ἀποστολική  Ἐκκλησία  νά  συμβεῖ, κατόπιν  ἴσως  καί  ἀπό  μία  ἀπό  κοινοῦ  συμφωνία  τῶν  δύο  ἀδελφῶν  Ἐκκλησιῶν, Ὀρθόδοξης  καί  Ρωμαιοκαθολικῆς. Ἀσφαλῶς  καλό  ἤ  καί  ἀπαραίτητο  εἶναι  νά  ἔχει  προηγηθεῖ  καί  ἡ  μεταξύ  τους  μυστηριακή  κοινωνία, γιά  νά  μπορεῖ  νά  τελεστεῖ  καί  μία  ἀπό  κοινοῦ  ἀκολουθία  τῆς  ἑτοιμασίας  καί  παρασκευῆς  τοῦ  Ἁγίου  Μύρου  γιά  τούς  προσερχομένους.

     Ἡ  ἐπιλογή  φυσικά  τοῦ  ἱερέως  πού  θά  τούς  χρίσει  θά  εἶναι  τῆς  προτίμησης  τῶν  ἐν  λόγῳ  προτεσταντικῶν  ὁμολογιῶν  ἤ  ὁμάδων  ἤ  προσώπων. Ἐπίσης  ἀπό  αὐτήν  τήν  ἐπιλογή  θά  καθορίζεται  καί  σε  ποιά  ἀπό  τίς  δύο  ἀδελφές  Ἐκκλησίες  θά  θέλουν  νά  ἀνήκουν:  στήν  Ὀρθόδοξη  ἤ  στή  Ρωμαιοκαθολική  καί  νά  καταστοῦν  μέλη  τους. Αὐτό  ἄλλωστε  γίνεται  καί  τώρα  στίς  μεμονωμένες  περιπτώσεις  πού  ἕνας  προτεστάντης  θέλει  νά  ὑπαχθεῖ  στή  Ρωμαιοκαθολική  ἤ  στήν  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία.

     Κάτι  ἀνάλογο  εἴχαμε  γράψει  καί  γιά  τούς  Μονοφυσίτες  παλαιότερα[4]. Ὅτι  δηλαδή  φρόνιμο  εἶναι  πρῶτα  νά  συνεννοηθοῦν  καί  νά  συνεργαστοῦν  οἱ  Ρωμαιοκαθολικοί  καί  οἱ  Ὀρθόδοξοι  καί  ὕστερα  νά  καθήσουν  καί  νά  συζητήσουν  τήν  ἔνταξη  (ἄρση  ἀφορισμῶν  κ.τ.λ.)  μέ  τούς  Μονοφυσίτες  στήν  Ἐκκλησία, στή  Μία  Ἁγία  Καθολική  καί  Ἀποστολική  Ἐκκλησία. Τό  εἴχαμε  γράψει  αὐτό, γιατί  ἡ  ἀποκοπή  τῶν  Μονοφυσιτῶν  ἔγινε  ἀπό  κοινοῦ  (ἀφοῦ  συμμετεῖχαν  στή  Δ΄  Οἰκουμενική  Σύνοδο)  καί  ἀπό  τήν  Ἀνατολική  καί  τή  Δυτική  Ἐκκλησία  ἐκπρόσωποι. Ἀπό  κοινοῦ  ἡ  ἀποκοπή, ἀπό  κοινοῦ  ἡ  ἐπανένταξη  εἶναι  τό  καλύτερο.

Τώρα  βεβαίως  δέν  εἶναι  ἡ  ἴδια  περίπτωση, γιατί  οἱ  Προτεστάντες  ἀποκόπηκαν  ἀπό  τή  Ρωμαιοκαθολική  Ἐκκλησία, χωρίς  τή  συμμετοχή  τῆς  Ὀρθόδοξης  Ἐκκλησίας. Ὡστόσο  εἶναι  ἀπαραίτητη  καί  ἡ  σύμπραξη  τῆς  Ὀρθόδοξης, γιατί  δέν  ἀντέδρασε  στήν  ἀποκοπή, ἀλλά  μᾶλλον  καί  συνετάχθη. Ἐξ  ἄλλου  πρέπει  νά  συμμαρτυρήσει  καί  ἡ  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία, γιά  νά  ἔχουν  οἱ  Προτεστάντες  τή  βεβαιότητα  ὅτι  πράγματι  καί  ὀρθῶς  γίνεται  ἡ  ἔνταξη, τηρουμένων  τῶν  δογματικῶν  καί  κανονικῶν  προϋποθέσεων, τίς  ὁποῖες  ἀνέκαθεν  ἀκολουθεῖ  ἡ  Ἐκκλησία  τῶν  Οἰκουμενικῶν  Συνόδων. Καί  ἀκόμη  ἔτσι  ἐπιτυγχάνεται  ἡ  βεβαιότητα  ὅτι  παραλαμβάνουν  καί  ἀπολαμβάνουν  τήν  πληρότητα  καί  ὁλοκλήρωση  τῶν  μυστηρίων  τῆς  Μιᾶς  Ἁγίας  Καθολικῆς  καί  Ἀποστολικῆς  Ἐκκλησίας  καί  πραγματοποιεῖται  ἡ  ἔνταξή  τους  σ’  αὐτή. Ἀλλιῶς  ἡ  Ἀποκάλυψη  τοῦ  Ἰωάννου  (3,2)[5]  ἴσως  τούς  δημιουργήσει  ὁρισμένες  δικαιολογημένες  ἀμφιβολίες.


[1]Παν.  Τρεμπέλα, Ὑπόμνημα  εἰς  τάς  Πράξεις  τῶν  Ἀποστόλων, Ἀθῆναι  1955, σελ. 270.

[2]Παν.  Τρεμπέλα, ὅπ. π., σ. 271.

[3]Ὅπ. π.

[4]Βλ.  Παν.  Μπούμη, Ἡ  ἕνωση  (ὄχι  σύνθεση)  μέ  τούς  Μονοφυσίτες, ἐκδ.  «Ἁρμός», Ἀθήνα  2007, σελ. 143  ἑξ.

[5]Περισσότερα  στοιχεῖα  βλ.  Παν.  Μπούμη, Ἡ  Ἀποκάλυψη  τοῦ  Ἰωάννου  γιά  τήν  πορεία  Ἀνατολῆς-Δύσεως  (Τό  μήνυμα  τῶν  ἑπτά  ἐπιστολῶν), ἐκδ.  «Γρηγόρη», Ἀθήνα  2009.

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ