Όλες οι κατηγορίες:

Φανή Πεταλίδου
Ιδρύτρια της Πρωινής
΄Έτος Ίδρυσης 1977
ΑρχικήΙστορία - Μνήμες1821-2021: 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΔολοφονία Ιωάννη Καποδίστρια: Ένας Μαυρομιχάλης αποκαλύπτει και συγκλονίζει

Δολοφονία Ιωάννη Καποδίστρια: Ένας Μαυρομιχάλης αποκαλύπτει και συγκλονίζει

- Advertisement -

Το κείμενο που ακολουθεί, πρωτότυπο και πρωτόλειο σε όλη του την έκταση, παρέλαβα προσωπικά από τον ίδιο τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, κλαδί γόνιμο και ανθοστόλιστο, μυρίπονο  από τον Γέρο – Πλάτανο δένδρο της Οικογένειας των Μαυρομιχαλέων. Ναι της Οικογένειας που φέρει ακόμα το στίγμα και τα ίχνη του αίματος από την δολοφονία εκείνο το ταγικό  πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831 στο Ναύπλειο… Το πρωινό που έμελλε να αλλάξει την μοίρα και τον ρου της ιστορίας της νεότερης έκφανσης απόπειρας σύστασης Ελληνικού κράτους. Μίλησα αρκετή ώρα μαζί του. Μαθηματικός στις εγκύκλιες σπουδές και λιτότητα βίου και ακόμα μεγαλύτερη σεμνότητα στην αυτό παρουσίαση του. Μπαίνουμε αμέσως στο θέμα της συνάντησες μας. Με κερδίζει από την πρώτη στιγμή.    Οσο περνά η ώρα διαπιστώνω. Πρόκειται για  μια -ακόμα από τις 100αδες χαμένες στην καθημερινότητα μας – προσωπικότητα πλήρους ιστορικής συνειδήσεως. Άνθρωπος  που σε κερδίζει με την πρώτη στιγμή με την αμεσότητα Λόγου, την απλότητα και δωρικότητα του. Την  γλαφυρότητα στις περιγραφές. Στο κείμενο που παρατίθεται αυτούσιο, άνευ σχολίων και που αποτελεί ίσως μια σπάνια και  στα αλήθεια μοναδική προσέγγιση σε βάθος χρόνου και ιστορικής  μελέτης που αν αμφίβολα οδηγεί σε μια  ποιοτική – διεισδυτική άξια προσοχής  έρευνας. Μια έρευνα   σε πολλές και διαφορετικές  εκφάνσεις  της (ιστορικές, πολιτιστικές, κοινωνικές, οικονομικές κτλ) που προσεγγίζει τις αληθινές γεννεσιουργές αιτίες που  μοιραία οδήγησαν στο τραγικό γεγονός εκείνο το μοιραίο πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου του 1831. Μια έρευνα που χαρακτηρίζεται από την νηφαλιότητα και την ιστορική ψύχραιμη ματιά.  Το μεγαλύτερο όμως και μοναδικό  σημείο,  που οφείλουμε να επισημάνουμε,  με έμφαση,  μα και να σταθούμε, με δέος και σεβασμό, αμφότερα, προς θύμα και θύτες,   προλογίζοντας τούτη την μοναδική στο είδος και την διείσδυση της ιστορική έρευνα, που με απλότητα που σε κεντρίζει να την διαβάσεις απνευστί από την πρώτη εως την τελευταία λέξη της,   είναι ότι όσα καταγράφονται και παρουσιάζονται, προέρχονται από έναν γνήσιο απόγονο Μαυρομιχάλη! Έναν άνθρωπο που χωρίς ιστορικές παρωπίδες προσεγγίζει και ρίχνει φως σε  όλο εκείνο το άγνωστο παρασκήνιο που δημιούργησε τις γεννεσιουργές αιτίες επί παθών και ερειπίων…   Για αυτό και έχει μεγάλη σημασία η δια της επαγωγικής σκέψης κατεύθυνση στο συμπερασματικό “δια ταύτα” που καταλήγει το κείμενο αυτής της μοναδικής ερευνητικής προσέγγισης. Μια έρευνα που μας βάζει σε αυτό που οι δραματουργοί ονομάζουν στο “πετσί του ρόλου” Δεν το “φωτογραφίζω” καν ώστε να διαβάσετε. Ως το τέλος. Και  για να  σας κρατώ σε αγωνία. Το έχουμε χωρίσει σε τρία ισάριθμα μέρη που θα δημοσιευθούν αντίστοιχα σε άλλες δυο δημοσιεύσεις.  Ειλικρινά αξίζει όχι μόνον η μελέτη της έρευνας αυτή  αλλά και διάδοση και αναδημοσίευση της -κάντε το ελεύθερα!   Με σεβασμό στην οφειλόμενη  μνήμη του Πρώτου Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια αλλά και αντιστοίχως στην μεγάλη οικογένεια των Μαυρομιχαλέων που προσέφερε στον αγώνα υπέρ Ελευθερίας ποτίζοντας το δένδρο της λευτεριάς με το αίμα της Πατριάς τους.

εκ της διευθύνσεως της Πρωινής { Α.Σ.}

Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια. Οι γενεσιουργές δυνάμεις που παρήγαγαν
το ιστορικό γεγονός

- Advertisement -

Του Γεώργιου Μαυρομιχάλη, ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Ο Ιωάννης Καποδίστριας ενταγμένος ήδη στο εθνικό πάνθεον ως ο πρώτος μετά την Εθνεγερσία Κυβερνήτης της Ελλάδος, διαθέτει εκείνα τα χαρακτηριστικά που στη κοινή συνείδηση διακρίνουν τους μεγάλους άνδρες.

Ο Αλεξ. Δεσποτόπουλος, του οποίου η διδακτορική διατριβή υπήρξε η πρώτη με θέμα της τον Καποδίστρια, θα ολοκληρώσει τη διάλεξή του για τον εορτασμό των 200 χρόνων από τη γέννησή του (γεννήθηκε το 1776) με τα ακόλουθα:

«Στη λαμπρή χορεία των εκλεκτών Ελλήνων πολιτικών που υπηρέτησαν το Έθνος με αφοσίωση και αποτελεσματικότητα όπως κατ’ εξοχήν ο Αλεξ. Κουμουνδούρος, ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, προβάλλει κορυφαίος ο Ιωάννης Καποδίστριας.»

Αναμφισβήτητα, τα πολύ πάνω από το μέσο όρο, πνευματικά και ηθικά χαρίσματα με τα οποία εκοσμίτο ο χαρακτήρας του, συνετέλεσαν στο να γίνει κομμάτι της ιστορικής μνήμης του Ελληνικού λαού. Αυτό όμως το οποίο υπήρξε το πλέον αποφασιστικό, ήταν το ανολοκλήρωτο της προσπάθειάς του, που ανακόπηκε βίαια, γεγονός που τροφοδότησε και τροφοδοτεί ακόμα τα ιδεολογήματα των χαμένων ευκαιριών και της ξενικής επέμβασης.

- Advertisement -

Αποτελεί κοινή πεποίθηση των Ελλήνων πως αν ο Ιωάννης Καποδίστριας ζούσε και αφήνονταν να φέρει εις τέλος την αποστολή που του ανέθεσε η Εθν. Συνέλευση της Τροιζήνας το 1827, η μοίρα του Ελλ. Κράτους θα ήταν διαφορετική και σαφώς καλύτερη.

Και μόνο γι’ αυτό, μας επιτρέπεται να ισχυριστούμε πως το τραγικό γεγονός της εκ προμελέτης δολοφονίας, που μπορεί να ήταν και εκτέλεση, και η οποία συντελέστηκε μπρος στα σκαλιά της εισόδου της εκκλησίας του Αγ. Σπυρίδωνα, ξημερώματα Κυριακής, μεταξύ 06.00 – 06.35 το πρωί, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, αποτελεί για το Νεοελληνικό Κράτος και τον τρόπο που αυτό συγκροτήθηκε εν συνεχεία, την ληξιαρχική πράξη γέννησής του.

Ο φόνος του σε συνδυασμό με την ιερότητα του χώρου που αυτός πραγματοποιήθηκε, του προσδίδει ένα τελετουργικό χαρακτήρα και αν έλλειπαν ο φόνος ή σωστότερα το λιντσάρισμα του Κων/νου Μαυρομιχάλη αμέσως μετά και η ακολουθήσασα μετά από 13 ημέρες εκτέλεση του Γεωργίου Μαυρομιχάλη, αυτός θα είχε (όλα) εκείνα τα χαρακτηριστικά ενός “ιδρυτικού φόνου” όπως τον περιγράφει ο Ρενέ Ζιράρ στο βιβλίο του “Η βία και το ιερό”.

Η νεώτερη Ελληνική ιστοριογραφία, πιστή στα κελεύσματα της Δυτικής Επιστημολογίας, αρκούμενη στα μείζονα περιγράμματα των εθνικών, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων, και επιλέγοντας κατά την κρίση της έναν απ’ αυτούς ως την κύρια γεννεσιουργόν αιτία, θεωρεί ότι έχει επαρκώς διερευνήσει και ορθώς ερμηνεύσει τις γενεσιουργούς δυνάμεις που παρήγαγαν το ιστορικό γεγονός.

Ακολουθώντας λοιπόν αυτή κατά πόδας την νεοελληνική κοινωνία στην αυτοσυνειδητοποίησή της κατά τις τέσσερες φάσεις της εξέλιξής της, που θα ονομάζαμε με αρκετά γενικευτική διάθεση ως κυρίαρχη κάθε φορά νεοελληνική ιδεολογία, δομεί τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών με θετικό ή αρνητικό πρόσημο καθώς τους χρησιμοποιεί “παραδειγματικά” αντανακλώντας τις απόψεις των κοινωνικών ή πολιτικών ομάδων ως προς το πρότυπο της πολιτειακής οργάνωσης και του κράτους που εκείνες υιοθετούν ή αντιμάχονται.

Και ναι μεν η αναγωγή στην αρχική αιτία και την γενική φύση – ουσία της καταστάσεως των πραγμάτων – μπορεί να καλύπτει τις αιτιοκρατικές – ντετερμενιστικές – όψεις του υπό εξέταση γεγονότος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της νεωτερικής επιστημολογίας, αλλά σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική επιστημολογία, για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εξήγηση χρειάζεται να προσεγγίζουμε το ιστορικό γεγονός από δύο ακόμα αίτια, που είναι η αναγωγή στο τελικό αίτιο (δηλαδή το σκοπό – το τέλος που στοχεύουν τα ενεργούντα πρόσωπα) και την αναγωγή στα ίδια τα υποκείμενα που ενεργούν και πράττουν.

Εάν λοιπόν εισάγουμε στην εξέταση του μεγάλου, σε σχέση με τις συνέπειες που επέφερε στα Ελληνικά πράγματα, γεγονότος της δολοφονίας του Καποδίστρια, το τελικό αίτιο και το υποκείμενο τότε δεν έχουμε μπροστά μας απλώς ένα αντικειμενικό ιστορικά γεγονός αλλά μια αληθινή τραγωδία, με την αρχαιοελληνική έννοια η οποία εκτυλίσσεται σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

Ως τραγωδία έχει όλα τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει αυτό το είδος της ποίησης που βλάστησε και άνθησε στην Αρχαία Ελλάδα. Υπάρχει σ’ αυτήν η “περιπέτεια” δηλαδή η εξέλιξη των πραγμάτων που εκδιπλώνονται αντίθετα προς τους σκοπούς και τις προσπάθειες των δρώντων προσώπων.

Υπάρχει η “αναγνώριση” δηλαδή πρόσωπα που στο παρελθόν είχαν βρεθεί σε σχέση και χωριστεί, ξανασμίγουν μέσα σε δύσκολες περιστάσεις. Υπάρχει το “πάθος” δηλαδή τα παθήματα, τα βάσανα, οι σωματικοί πόνοι, τα ψυχικά διλλήματα, οι θάνατοι. Όλα αυτά “τα οικτρά και ελεεινά” τα “φοβερά” που προκαλούν στο θεατή ή τον αναγνώστη τον “έλαιον” δηλαδή την συμπόνια, την κατανόηση γι’ αυτόν που πάσχει, που συντρίβεται, ενώ ήταν άξιος καλύτερης τύχης, και τον “φόβον” δηλαδή για το τι επιφυλάσσουν οι απρόβλεπτες και ραγδαίες μεταβολές της ζωής σε ανθρώπους ομοίους μ’ εμάς, ούτε τέλειους, ούτε τιποτένιους, αλλά “βέλτιους”.

Επιστέγασμα και αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η “Κάθαρση” δια της οποίας επέρχεται η λύση – λύτρωση του θεατή από τα συναισθήματα του “ελαίου” και του “φόβου” τα οποία και μεταμορφώνονται σε αγάπη και αποδοχή του ήρωα στον οποίο αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας.

Μέσα από το δρόμο της “Κάθαρσης” ο τραγικός ποιητής με την τέχνη του αίρει τον θεατή από τα κατ’ ιδίαν παθήματα του ήρωα στα γενικά – τα καθόλου – προσδίδοντας στην τραγωδία εκείνη την καθολικότητα που την μεταμορφώνει από θέαμα σε βιωμένη εμπειρία μας γνήσια τελετουργικής μέθεξης.

Η τραγωδία όμως στην οποία απόψε αναφερόμαστε, δυστυχώς έμεινε ανολοκλήρωτη, αφού το τελευταίο και πλέον ουσιαστικό μέρος της που είναι η “Κάθαρση” δεν επήλθε ποτέ ως τα σήμερα, όπως το αποδεικνύουν τα πολιτικά πάθη που ακολούθησαν και τα οποία μετέβαλλαν και την ιστοριογραφία σε διαστρεβλωτικό κάτοπτρο για τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών της. Αλλά δυστυχώς ούτε η υψηλή τέχνη της πολιτικής, αυτού του είδους την κάθαρση δεν την έχει ακόμα πετύχει, με αποτέλεσμα το τραγικό συμβάν της 27ης Σεπτ. 1831 ν’ απέχει πολύ από το να καταστεί τμήμα της κρατικής λατρείας και η ιστόρησή του να προσφέρεται ως διδαχή και όχι ως βιωμένη τελετουργία όπως θα του’ πρεπε.

Είναι αναγκαίο λοιπόν να παρεμβάλουμε και τον ανθρώπινο παράγοντα, ως πολύπλοκο, δυσπρόσιτο και δυσερμήνευτο σύστημα δημιουργίας και διαμόρφωσης των ιστορικών γεγονότων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ψυχική ιδιοσυστασία της προσωπικότητας των υποκείμενων στις ουσιώδεις δυνάμεις που μετατρέπουν την πιθανότητα έλευσης ενός συμβάντος σε βεβαιότητα δηλ. σε τετελεσμένο ιστορικό γεγονός. Αλλά εξ ίσου αναγκαίο για την πληρέστερη κατανόηση των πράξεων και των ιδίων των ιστορικών προσώπων είναι η αναφορά στα γενικά περιγράμματα των παραγόντων εκείνων που διαμορφώνουν το γενικό πνεύμα της κοινωνίας την εποχή που έζησαν αυτοί.

Κι αυτό διότι όπως υποστηρίζει ο Μοντεσκέ τα πράγματα που κυβερνούν τους ανθρώπους είναι άλλα φυσικά, όπως η γεωοικονομία ενός τόπου και το κλίμα, άλλα είναι κοινωνικά, όπως η θρησκεία, οι νόμοι ή οι αρχές διακυβέρνησης και άλλα τα οποία ονομάζει παραδείγματα του παρελθόντος, όπως είναι η παράδοση και η ιστορική συνέχεια.

Όλα αυτά μαζί συνδιαμορφώνουν το γενικό πνεύμα, το οποίο είναι μεν συνισταμένη, αλλά μια συνισταμένη που μας επιτρέπει να συλλάβουμε ό,τι αποτελεί την ιδιοτυπία και την ενότητα μιας ορισμένης κοινότητας η οποία, το παραδεχόμαστε νομίζω όλοι, παίζει καθοριστικό ρόλο στη συγκρότηση των υποκειμένων που είναι μέλη της.

Αναφορικά με το γεγονός που διερευνούμε  θα επισημάνω δύο μόνο λέξεις οι οποίες συγκεφαλαιώνουν τις επιδράσεις που άσκησε στο ψυχισμό των δύο πρωταγωνιστών το γενικό πνεύμα, που ίσχυε στις ιδιαίτερες πατρίδες τους και την επίδραση που είχε στη συγκρότηση τους ως ιστορικών υποκειμένων.

Πρόκειται για τις λέξεις “Κόμης” και “Μπέης” που συνοδεύουν τα ονόματα του Ιωαν. Καποδίστρια και του Πέτρου Μαυρομιχάλη ως διακριτικοί και ταυτόχρονα τιμητικοί τίτλοι, και οι οποίοι επισημαίνουν τις ομοιότητες και τις μεταξύ τους διαφορές, καθώς παραπέμπουν στην παράδοση και την ιστορική συνέχεια δηλαδή σ’ αυτό τον παράγοντα που ο Μοντεσκέ ονομάζει παραδείγματα του παρελθόντος.

Πρόγονος του Καποδίστρια είναι ο Βίκτωρ, ο οποίος μαζί με τον αδελφό του Νικόλαο το γένος vitori αναγκάστηκαν λόγω πολιτικών ταραχών στην πατρίδα τους που ήταν η πόλη Capo di Istria, η πάλαι ποτέ βυζαντινή Ιουστινιανούπολη και νυν Κόπερ της Σλοβενίας, την περιοχή της οποίας ένας άλλος πρόγονος αυτών είχε λάβει ως κομητεία έναντι ανδραγαθίας.

Τα αδέλφια Βίκτωρ και Νικόλαος εγκατασταθέντα μόνιμα στην Κέρκυρα κατ’ άλλους το 1329 και κατ’ άλλους το 1372 έγιναν γνωστοί και έλαβαν ως επίθετο το όνομα του τόπου καταγωγής των, δηλ. Καπο – δι – στρια.

Σ’ έναν από τους απογόνους του Βίκτωρα, προπάππου και συνονόματο του Κυβερνήτη στα τέλη του 17ου αιώνα (1689), ο Δούκας της Σαβοΐας Κάρολος Εμμανουήλ απένειμε τον κληρονομικό τίτλο του Κόμη. Από τότε το όνομα Καποδίστριας φιγουράρει στις πρώτες θέσεις του Libro doro, δηλαδή της Βίβλου που καταχωρούνταν τα ονόματα και οι τίτλοι του αρχοντολογίου της Κέρκυρας.

Η ομοιότητα ανάμεσα στον τίτλο του Κόμη και σε κείνον του Καπετάνιου που έφερε ο Πέτρος Μαυρομιχάλης πριν γίνει Μπέης είναι πως και οι δύο απονέμονται από τον εξωτερικό παράγοντα που ως κάποια χρονική στιγμή ήταν ο κοινός κυρίαρχος των ιδιαίτερων πατρίδων τους Βενετός, και μετά το 1776 όσον αφορά την Μάνη, εκείνου του Μπέη που απονεμόταν από τον Οθωμανό (το Σουλτάνο).

Η διαφορά τους βρίσκεται στο γεγονός ότι ο τίτλος του “Κόμη” είναι κληρονομικός στα πλαίσια των Φεουδαρχικών αρχών και του οποίου η διατήρηση μαζί με τα προνόμια που τον συνοδεύουν βρίσκονται στην εξουσία και την στρατιωτική ισχύ του ξένου κυρίαρχου που τα παραχώρησε και τα εγγυόταν.

Αντίθετα ο τίτλος του Μπέη, που ο ίδιος ο Μαυρομιχάλης αρεσκόταν να ονομάζεται Ηγεμών της Μάνης – δεν ήταν μόνιμος, ούτε εκληρονομείτο, αλλά απλώς επικύρωνε από την πλευρά του Τούρκου κυρίαρχου, μια υφιστάμενη διαφορά στο κοινωνικό στάτους της πατριάς, η οποία είχε συμπεριληφθεί και επιβληθεί στις άλλες ισχυρές πατριές του τόπου με δυναμικό τρόπο.

Δηλαδή ενώ στην Κέρκυρα και τα υπόλοιπα Ιόνια νησιά η κοινωνική διαστρωμάτωση ήταν στατική και δύσκολα μεταβαλλόταν, στη Μάνη ήταν δυναμική και εξαρτάτο από το χαρακτήρα και την πολεμική δύναμη της πατριάς.

Έτσι, κατά τη γνώμη μας, στην ψυχή του Ιωαν. Καποδίστρια είναι χαραγμένο αταβιστικά το ιστορικό παράδειγμα της απονομής τιμής και διάκρισης από παράγοντες που βρίσκονται έξω από την κοινότητα στην οποία ο τιμώμενος ανήκει, ενώ στην περίπτωση του Μαυρομιχάλη η τιμή και η διάκριση προκύπτει μέσα από την ίδια την κοινότητα. Εξ’ αυτού του λόγου στη σκέψη του Καποδίστρια με φυσικότητα μπορούσε να γεννηθεί στα πλαίσια της εθνικής αυτοσυνειδησίας του ως Έλληνα, η ιδέα της αντικατάστασης του εξωτερικού παράγοντα με την έννοια μιας απρόσωπης κρατικής εξουσίας, η οποία όντας εξωτερική ως προς τους πολίτες θ’ απένεμε τιμές και αξιώματα σε όσους κρίνονταν ικανοί για τους λειτουργικούς σκοπούς της κεντρικής κρατικής εξουσίας.

Αντίθετα, για τη σκέψη του Μαυρομιχάλη, ήταν αδιανόητο πως η αποδεδειγμένη εν τοις πράγμασι αξία της οικογένειας μπορούσε και να μην ανταποκρίνεται στις λειτουργικές ανάγκες ενός απρόσωπου μηχανισμού εξουσίας γιατί αυτό θα ισοδυναμούσε με ηθική κατάπτωση της οικογένειας μέσα στην κοινότητα, την μόνη κατά την ιστορική παράδοση ικανή ν’ απονέμει την τιμή και την δόξα, τουτέστην το “κύδος” για να χρησιμοποιήσουμε μια ομηρική λέξη.

 

(Σημείωση: Το πόσο τραυματικό ήταν στα πλαίσια της αυτοσυνειδησίας του Κυβερνήτη η εκ των έξω αναγνώρισή της αξίας και απόδοσης τιμής είναι η απάντηση που έδωσε στον Στράτφορντ Κάνινγκ όταν αυτός τον επισκέφθηκε το Φθινόπωρο του 1825 στη Γενεύη στο σπίτι του Δημαρχείου 10, για να βολιδοσκοπήσει τη γνώμη του ως προς την πρόθεση της Αγγλίας να αναλάβει την προστασία της Ελλάδος όπως είχε αναλάβει των Επτανήσων. Θέλοντας ο Κάνινγκ να δώσει έναν τόνο μεγαλύτερης οικειότητας τον αποκάλεσε “συμπατριώτη” για να λάβει την οξεία απάντηση “Εσείς έχετε κι άλλους συμπατριώτες εκτός από εκείνους που γεννήθηκαν στην Αγγλία; Εγώ τουλάχιστον δεν γνωρίζω κανέναν. Ούτε είμαι ακόμη υποχρεωμένος να ζητήσω διαβατήριον από τον κ. Άνταμ (Αρμοστή της Επτανήσου)…”.

 

Αντίστοιχη απάντηση ενός Μαυρομιχάλη του Σκυλογιάννη στον Αλέξιο Ορλώφ όταν συγκρούστηκαν για τον τρόπο διεξαγωγής της πολιορκίας την Κορώνης και ο Ρώσος Ναύαρχος με αλαζονικό ύφος που θα ταίριαζε στους στρατιώτες του κατηγόρησε τους Έλληνες ως ανίκανους “Κι αν έχεις στις διαταγές σου όλες τις στρατιές της τσαρίνας δεν παύεις να είσαι δούλος μιας γυναίκας. Εγώ όμως είμαι αρχηγός ενός λαού ελεύθερου, κι αν ακόμη επιτέλους είμαι ο τελευταίος της φυλής μου, η ζωή μου αξίζει περισσότερο απ’ τη δική σου

 

Emerson και Raybaud (Memoires sur la Greece) και C.D.Raffenel (Histoire des Grecs Moderne.)

Κάνοντας κατάχρηση της υπομονής σας θα προσπαθήσω να παρουσιάσω συνοπτικά και συνεπώς κατ’ ανάγκη ελλειμματικά τα γενικά περιγράμματα που ίσχυαν στην εποχή των πρωταγωνιστών αρχίζοντας από εκείνο της Μάνης διότι οι πλείστοι των Ελλήνων το γνωρίζουν ελάχιστα για να μην πω ότι το αγνοούν εντελώς.

συνεχίζεται (αύριο η συνέχεια)

 

- Advertisement -

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ εισάγετε το σχόλιό σας!
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ